Η Γιόλα Αργυροπούλου μιλάει για το βιβλίο "Τα ψάρια που πετούν" της Κωνσταντίνας Ρεμπή

Τρίτη, 27 Ιουνίου 2023

ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΠΟΥ ΠΕΤΟΥΝ
Κωνσταντίνα Ρεμπή
Παρουσίαση του βιβλίου 10 Μαΐου 2023, στο Monk Grapes & Spirits

Τα κριτήρια με τα οποία επιλέχθηκα να μιλήσω για το βιβλίο της Ντίνας είναι το εξής ένα. Ανήκω στο ζώδιο των Ιχθύων και τί πιο ασορτί  με τον τίτλο, ένα ψάρι να μιλάει για άλλα ψάρια;

 Αν αυτό σας φανεί αφελής προσέγγιση, υπάρχει και ένας άλλος λόγος. Πιο σοβαρός. Ένα βιβλίο μου, φέρει τη σφραγίδα των εκδόσεων.

Κι αν, αυτή η εκδοχή είναι ίσως πιο πιστευτή, αλλά… δεν βρίσκετε ότι  έχει και πολύ συναίσθημα, κρατήστε την τρίτη, που είναι και η πιο ουσιαστική.

Με τη Ντίνα Ρεμπή είμαστε συμμαθήτριες απ΄το σχολείο και φίλες. Επειδή όμως αν απαριθμήσω όλα τα σχολικά ανδραγαθήματα της, κινδυνεύω να με πιάσει με την απόχη, μόλις φύγει και ο τελευταίος από εσάς, παρακάμπτω όλα τα γνωστά που είθισται να λέμε, για το πόσο εξαιρετικός άνθρωπος είναι ο συγγραφέας (άλλωστε τα βιβλία που γράφουμε, όσο και να θέλουμε να κρυφτούμε, πάντα αποκαλύπτουν την ταυτότητα μας) και μπαίνω κατευθείαν στο «ψητό». Εννοώ προφανώς το…ψητό ψάρι.

Το βιβλίο της Ντίνας Ρεμπή έχει να μας δώσει  πολλά  όμορφα πράγματα εντός, στην ψυχή  και τις σελίδες του, και  πολλά υπέροχα στο εξώφυλλο,  ξεκινώντας από τον τόσο ευρηματικό τίτλο του. ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΠΟΥ ΠΕΤΟΥΝ. Απίστευτη σκηνή.

Ωστόσο σ’ αυτό το ίδιο εξώφυλλο, υπάρχει-ενδεχομένως να υπάρχει- και  μία παγίδα, ένα…ψαρίσιο δόλωμα,  που όσοι από εσάς κρατάτε ήδη το βιβλίο, πιθανόν να έχετε πιαστεί.

Είναι τόσο «ομιλητικό» στον σχεδιασμό του, που…σε ΨΑΡΩΝΕΙ!  Μένεις άφωνος. Κολλάς και δεν θες να πας παρακάτω και να το ανοίξεις, μη χάσεις απ’ τα μάτια σου, αυτή την εξαιρετική εικόνα. Νιώθεις  λες και βρίσκεσαι σε αίθουσα τέχνης και έχειςμπροστά  σου το έργο ενός ευφυούς καλλιτέχνη. Σε μαγνητίζει τόσο πολύ που μένεις εκεί. Έκθαμβος.

 (Αυτό  είναι κάτι που το συνηθίζουν οι εκδόσεις Άπαρσις με τα εξώφυλλα τους. Να είναι δηλαδή εκτός συναγωνισμού και σε αυτό το κομμάτι).

Οπότε…ας αποχωριστούμε το εξώφυλλο για να μπούμε στα ενδότερα.

Η Ντίνα Ρεμπή, όσο μας προκαλεί στο κατώφλι, τόσο και ακόμα πιο πολύ, μας προκαλεί στα μέσα δωμάτια…

ΤΑ ΨΑΡΙΑ ΠΟΥ ΠΕΤΟΥΝ δεν είναι βιβλίο για μια απλή ανάγνωση αλλά ένα βιβλίο που, από την πρώτη σελίδα, προκαλεί ή προσκαλεί τον αναγνώστη σε διάλογο.

Διάλογο με ποιόν και για ποιο θέμα;

 Διάλογο αρχικά με τον εαυτό  μας και την ψυχή μας. Και θέμα το πλέον επίκαιρο.  ΖΩΗ και ΘΑΝΑΤΟΣ. Και όσα πιστεύουμε γι αυτά τα δυό που, για κάποιους ίσως είναι ένα και το αυτό.

Ζωή ως δημιουργία και καταστροφή. Ως γέννηση ονείρων, αλλά και γέννηση τραυμάτων, όπως και ως διάψευση των πρώτων, και ανάγκη για θεραπεία των δεύτερων.

Και Θάνατος, ως τέλος μα και ως ΑΡΧΗ, με μας να αναρωτιόμαστε τί από τα δυο μας φαίνεται πιο πιθανό να υπάρχει.

Οι ήρωες της συγγραφέως γνωρίζονται σε ένα «ιδιαίτερο μέρος», όχι και τόσο στοργικό, ενώ όλοι έχουν υπηρετήσει στο Βιετνάμ, έχουν ζήσει έναν πόλεμο.

Πριν αναρωτηθούμε τί μας αφορά στις μέρες μας ένας πόλεμος ή τα κατάλοιπα του, ας στρέψουμε το βλέμμα μας στην Ουκρανία, και όχι μόνο, αλλά και ας σκεφτούμε τον πόλεμο ως αλληγορία. Τον πόλεμο που κάθε μέρα ζούμε όλοι οι άνθρωποι, ανεξαρτήτως τόπου και πατρίδας που υπάρχουμε.

Ας Αναλογιστούμε τις μάχες που δίνουμε, με πρώτη όλων την καθημερινή μάχη να είμαστε ο εαυτός μας. Να αντιμετωπίσουμε όλα, όσα παράλογα και παράδοξα συμβαίνουν, χωρίς να τρελαθούμε αλλά και χωρίς να γίνουμε παθητικοί ή κυνικοί και να προδώσουμε τις αξίες μας.

Στην πραγματικότητα είμαστε κι εμείς όπως οι ήρωες της Ντίνας. Στη νήσο Ο, αναγκαζόμενοι να επανεφεύρουμε τους εαυτούς μας και να βρούμε μια κοινή διάλεκτο να επικοινωνήσουμε στη Βαβέλ. Να ζήσουμε μονιασμένοι, να διαγράψουμε τον κύκλο μας, πετώντας σαν τα ψάρια, σε μικρά σμήνη πάνω απ το νερό, βγάζοντας όπως αυτά τους ήχους δικής μας ύπαρξης. Ή σιωπώντας.

Μπορούμε να διαλέγουμε πάντα τα νερά στα οποία κολυμπάμε; Ασυζητητί ΟΧΙ.

Μπορούμε να μαντέψουμε, ποια θα είναι η στιγμή που το μεγαλύτερο ψάρι θα μας κάνει μια χαψιά, καταβροχθίζοντας τα όνειρα μας; Προφανώς όχι, όπως και τα άλλα ψάρια δεν μπορούν να γνωρίζουν τις δικές μας προθέσεις.

 Γιατί, δεν είμαστε μόνο ψάρια που πετούν αλλά και ψάρια που πεινούν, όπως και ψάρια που τυχαία, ή μη τυχαία, ακουμπάμε μεταξύ μας τα λέπια μας, προκειμένου να νιώσουμε την τρυφεράδα του άλλου σώματος ή έστω την απλή αφή.

Μπορούμε να επιλέξουμε τους έρωτες μας; Εν μέρει μπορούμε. Αλλά συχνά τα ίδια τα τραύματα μας είναι οι μεγάλοι υποκινητές των ερώτων μας, όπως και οι έρωτες μας, οι αγάπες μας, τα πάθη μας, οι εμμονές, τα θέλω μας, γίνονται οι «χορηγοί’ των τραυμάτων μας.

Κι εδώ μπαίνει το μεγάλο ερώτημα που διαποτίζει όλο το βιβλίο.

Μπορούμε να θεραπεύσουμε τα βαθιά τραύματα μας; Να τα νικήσουμε; Να μη μας τρώνε; Υπάρχει άραγε ένας οδηγός επιβίωσης  τραυμάτων; Κι αν υποθετικά καταλήξουμε ότι τα τραύματα, όλα τα τραύματα, τα επουλώνει η ΑΓΑΠΗ, όταν προδίδει η αγάπη,  όταν την χάνουμε ενώ την είχαμε ή ενώ πιστεύαμε ότι την είχαμε, τί γίνεται; Μήπως το τραύμα επανέρχεται δριμύτερο;

 Μήπως πεθαίνουμε; Ακραίο μεν, αλλά…πιθανό. Ή απίθανο;

Πεθαίνει κανείς από αγάπη στις μέρες μας;

Στο βιβλίο της Ντίνας Ρεμπή  οι ήρωες είναι δύτες που ζουν   θαύματα μα και εφιαλτικές στιγμές στον βυθό. Και οι μεν και οι δε ζαλίζονται από τη γνωστή μέθη. Αν τη νιώσεις μπορείς άραγε να ανέβεις στην επιφάνεια και πώς; Ποιος θα σε σώσει; Είναι το ίδιο για όλους;

Η απώλεια, η προδοσία, η εγκατάλειψη, η αναζήτηση της ελευθερίας, η μοίρα, το νόημα της ζωής, τα δίπολα, φως-σκοτάδι, βία-ειρήνη, ζωή-θάνατος εναλλάσσονται  εδώ, διαρκώς, κάνοντας τον αναγνώστη να αναρωτιέται ποια είναι η κοινή γλώσσα των ανθρώπων. Η αγάπη; Η αθωότητα; Η αλήθεια; Η κατανόηση;

Κι ακόμα, πόσο εφικτό είναι για τον καθένα μας να αλλάξει το πεπρωμένο του, αν βέβαια υπάρχει ως δεδομένο αυτή η εκδοχή.

Κοινή γλώσσα στα ΨΑΡΙΑ ΠΟΥ ΠΕΤΟΥΝ είναιη γλώσσα  που ανακαλύπτουν ο συγγενείς ψυχές, η γλώσσα των κοινών κοινών βιωμάτων.

Το βιβλίο της Ντίνας έχει στοιχεία από την αρχαία τραγωδία με πανταχού παρούσα τη μοίρα, μια θυσία που κάποιο χέρι σε σπρώχνει να κάνεις  και  τέλος την κάθαρση και λύτρωση  με  το νερό κατεξοχήν στοιχείο της κάθαρσης και της βάπτισης.

Ένα κονσέρτο της λύπης; Μια ραψωδία για την απώλεια; Ένας θρήνος θανάτου; Ή μήπως ένα τραγούδι ζωής, που ντο ρεφρέν του αλλάζει διαρκώς ενώ η χαρά πάντα νιώθει ριγμένη;

Τί κοινό έχουμε με τα ΨΑΡΙΑ ΠΟΥ ΠΕΤΟΥΝ ; Έχουμε; Αν όχι, ας τ’ αφήσουμε ήσυχα στον βυθό τους. Αν πάλι,  ναι,ας μας ευχηθούμε, να βρίσκουμε σε δεδομένες στιγμές, τη δύναμη, να σκίζουμε τα δίχτυα που θέλουν να μας ανεβάσουν πάνω στη βάρκα.

Γιόλα Αργυροπούλου 
Δημοσιογράφος/συγγραφέας

 

 

Αφήστε το σχόλιό σας