Κριτική για το βιβλίο "Η ύστατη ύλη" του Ανδρέα Κότσιφα στο περιοδικό "Μανδραγόρας"

Τρίτη, 11 Οκτωβρίου 2022

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ ΑΠΟ ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ ΜΑΝΔΡΑΓΟΡΑ: Δύο νέοι Πατρινοί συγγραφείς * Γιάννης Πανουτσόπουλος – Ανδρέας Κότσυφας

 

Ανδρέας Κότσυφας, Η ύστατη ύλη, διηγήματα, εκδ. Άπαρσις, Νοέμβριος 2021, σελ. 80

Πέντε διηγήματα περιέχει η συλλογή του πρωτοεμφανιζόμενου Ανδρέα Κότσυφα. Ο τίτλος του βιβλίου από το τελευταίο διήγημα «Η ύστατη ύλη», το λατινικό Ultima Materia, η ύλη δηλαδή που αναζήτησαν οι Αλχημιστές ως ελιξίριο κατά του θανάτου. Μάταιος κόπος βέβαια, εγωιστικός κι επικίνδυνος. Ωστόσο, οι ήρωες των πέντε διηγημάτων αναζητούν το αλλόκοτο, το μυστηριώδες, το κρυμμένο από τα φώτα, στο μεταίχμιο μεταξύ θανάτου και ζωής. Το αναζητούν στις κατακόμβες του Trastevere της Αρχαίας Ρώμης, στον λαβύρινθο των υπόγειων στοών του Παρισιού που πρώτος ανέδειξε ο Βίκτωρ Ουγκώ, το αναζητούν κάτω από τις επιφάνειες πινάκων ζωγραφικής, σε ορυχεία, σε εγκαταλειμμένες, νοτισμένες από υγρασία και μούχλα επαύλεις.

            Στην καθημερινή τους ζωή είναι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, αλλά είναι μονόχνοτοι, άφιλοι, και με ρημαγμένη από τη σκληρότητα παιδική ηλικία. Κατάμονοι λοιπόν, ως λύτρωση αναζητούν τη μαγεία. Η σύνδεση της ρεαλιστικής σκληρότητας της ζωής τους με την καταφυγή στον άγνωστο μαγικό κόσμο παραμυθιών σχεδόν, θα μπορούσε να κατατάξει τα διηγήματα της «ύστατης ύλης» στον μαγικό ρεαλισμό. Όμως είναι η υπαρξιακή αγωνία των ηρώων που προέχει, καθιστώντας έτσι τα διηγήματα να μετεωρίζονται μεταξύ της αισιοδοξίας και της απαισιοδοξίας. Οι ήρωες φτάνουν κάποτε στο ονειρικό σημείο της επιθυμίας τους, επιστρέφουν όμως εκεί που ήταν, κερδίζοντας βέβαια το στοίχημα της λογοτεχνίας.

Δεν θα μπορούσε η αγωνία αυτών των ανθρώπων της Ύστατης ύλης να περιγραφεί με χαμηλόφωνους τόνους. Δεν θα προβαλλόταν έτσι το εγώ τους, που το θέλουν συνειδητά ή ασυνείδητα —δεν έχει σημασία— να διαφέρει από τους άλλους της καθημερινής βιοπάλης. Το προτέρημα των διηγημάτων του Ανδρέα Κότσυφα είναι η υψηλών τόνων αφήγηση προβάλλοντας έτσι την υπαρξιακή μοναδικότητα των ηρώων: «Ψηλός κι αγέρωχος σαν δρυς, στιβαρός στη θωριά, ακμαίος, η επιδερμίδα του μελαμψή, ας όψεται η μητέρα του από το Αλγέρι» γράφει για έναν ήρωά του.

            Υψηλοί τόνοι κατέχουν τη διαθήκη του Παράκελσου που φέρεται να ανακάλυψε ένας τραπεζικός υπάλληλος —κυνηγός του μυστηρίου κι αυτός— σε εγκαταλειμμένο αρχοντικό που ξεφύτρωσε ως δια μαγείας σε πόλη της κεντρικής Ευρώπης. «“…Ω, αρμονία των Σφαιρών, όταν λοιπόν πεθάνω, υπό την προϋπόθεση ότι θα αποβιώσω, καθότι γιατρός ξακουστός και με τα ελιξίρια υπό παραγωγή, επιθυμώ όπως με ενταφιάσετε ορθόν, εις τρόπον ώστε ουδείς να δύναται να βαδίζει πάνω μου, κανείς ζωντανός να μην με σκυλεύσει εις τους αιώνας των αιώνων. Θα με ενδύσετε το αγαπημένο μου μάλλινο παλτό, αυτό με τους τριγωνικούς γιακάδες, και στη δεξιά τσέπη του να βάλετε μέσα, κτέρισμα μοναδικό, το φιαλίδιο που θα έχω αφήσει πάνω στην σερβάντα, με το χρυσό ύδωρ. Μια ηλιαχτίδα φωτός να το διαπεράσει, και θα λάμψει καταυγάζοντας τα πάντα γύρω του. Η ετικέτα του θα γράφει: ULTIMA MATERIA. Αποτεινόμενος στον εκτελεστή της παρούσης, εάν ο όρος αυτός παραμείνει ανεκτέλεστος μετά τη δημοσίευσή της, κατάρα επ’ αυτού, και επί των τέκνων αυτού, και επί των τέκνων των τέκνων του, και μέχρι του τέλους του αίματος της γενιάς του, Ερμή, Αφέντη μου!”. Ημερομηνία δυσανάγνωστη, υπογραφή επίσης, και από κάτω ένα όνομα: Paracelsus…!»

            Θα ’λεγα πως οι ήρωες των διηγημάτων πάσχουν από την ίδια τραγική θεραπευτική έπαρση του φερόμενου ως Παράκελσου, σηκώνοντας κάθε μέρα την πέτρα τους ως το μαγικό βουνό, να την αφήσουν να κυλήσει στους πρόποδες της καθημερινότητας, για να ξεκινήσουν και πάλι κατάμονοι την ίδια προσπάθεια εσαεί. Εν μέρει τους υπονομεύει ο Κότσυφας, κι αυτό πιστώνεται ως αξία του βιβλίου.

Βασίλης Λαδάς

Αφήστε το σχόλιό σας