Ομιλία της Χριστίνας Ευαγ. Παλούκη στην παρουσίαση του βιβλίου "Τυφλή δικαιοσύνη" του Εμμανουήλ Στυλ. Λυκούδη - "ΣΚΑΡΙΜΠΕΙΑ 2022"

Τετάρτη, 31 Αυγούστου 2022

ΒΙΒΛΙΟΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ‘‘ΤΥΦΛΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ’’
10/8/2022 - Αγία Ευθυμία Φωκίδας - ΣΚΑΡΙΜΠΕΙΑ 2022


Της Χριστίνας Ευαγ. Παλούκη, πτυχ. Νομικής, ασκουμένης δικηγόρου

Καλωσορίζομε την επανέκδοση της ‘‘Τυφλής Δικαιοσύνης’’, επαινούμε και συγχαίρομε τους πράγματι πολλούς που μόχθησαν για το βιβλίο, στη μορφή που το έχομε κι επικεντρωνόμαστε στο Η΄ (8ο) κεφάλαιό του (σσ. 48-54) πριν απ’ το ομώνυμο της νουβέλας ‘‘Τυφλή Δικαιοσύνη’’ – Θ΄ (9ο). Η ιστορία της, γνωστή πλέον, θυμίζομε κι ας ακούστηκεν, ότι εδώ πρωτοπαρουσιάστηκε στα Σκαρίμπεια 2017, αναπτύσσεται με τον ενδιαφέροντα τρόπο του συγγραφέα: Από τις πράξεις, τα εξωτερικά συμβάντα, δραματικά, συγκλονιστικά, με πρόθεση συγκάλυψης και πάντως όχι καθημερινά, προς τα εννοούμενα, τα δια συνειρμών αποκαλυπτόμενα αίτια των πράξεων των πρωταγωνιστών, τις εσωτερικές μάχες-συγκρούσεις, υπό παθών εντόνων αβυσσαλέων πυροδοτηθεισών.

Στο κεφ. που εστιάσαμε, δεν υπάρχει μεγάλη εξέλιξη του μύθου. Συγκρούονται η μνήμη με τη λήθη. Τη μνήμη την κρατούν άσβεστη και καυτήν, οι τύψεις κι η λήθη είναι η απάντηση όλων των άλλων (πλην του διαφεύγοντα δράστη), στις υπαγορεύσεις της ζωής: ξεχνάμε, ό,τι έγινε – έγινε και πάμε παρακάτω. Οι 2α, 3η και 4η §§ του κεφ. αφιερώνονται στις σκέψεις του συγγραφέα γενικά για τη διαπάλη μνήμης και λήθης. Επιχειρεί μια σύντομη κριτική περιγραφή των μνημοσύνων, ιδίως του πρώτου, 40θημέρου και των σχετικών εγχωρίων εθίμων. Στο ανυπέρβλητα πρόσκαιρο του βίου, μόνη παρηγοριά θεωρείται η αιωνιότης της μνήμης. Κουρασμένο, νωθρό και τεμπέλικο το ανθρώπινο μνημονικό, δεν είναι ασφαλής υποστηρικτικός της παράγων.


Δεν είναι θέμα του Θεού η αιωνιότης της μνήμης, αλλά των περιλειπομένων. Η πασίγνωστη καταληκτήρια ευχή, στην ορθόδοξή της εκδοχήν, ερμηνεύεται ως έχουσα αντίθετο περιεχόμενο: Να μένει άσβεστη στο Θεό η μνήμη του μεταστάντος. Να τον θυμάται αιώνια ο Θεός! Ο Λυκούδης ακολουθεί την ευρέως παγιωμένην απόλυτη διάκριση του ποιος με ποιούς, ζωντανών και πεθαμένων. Ενώ, όπως σε κάθε περίπτωση μετάστασης, η λήθη σαρώνει, και παρά την τέλεση των καθιερωμένης τάξεως μνημοσύνων, το περιστατικό στο κατάστημα του Τρίγκου στην Άμφισσα, ο συγγραφέας το επικαλείται ως τεκμήριο της εξασθένισης της μνήμης, σχετικά με τον εγκληματικά θανατωθέντα. Την αφύσικην, αδύνατη περίπτωση ατόμου που δεν ξεχνούσε ποτέ τίποτε, έγραψε στο διήγημά του ‘‘Φούνες ο μνήμων’’ (1942) ο Χόρχε Λουΐς Μπόρχες, καταδεικνύοντας την αποφασιστική σημασία των διεργασιών της λήθης στην εξασφάλιση μιας υγιούς κι ισορροπημένης ανθρώπινης ζωής.


Εδώ στο Κεφ. 8 είναι η 1η απ’ τις δυο μεγάλες δοκιμασίες του ασύλληπτου δολοφόνου. Ζη πνιγμένος στις τύψεις του. Για να γλυτώνει, όσο μπορεί απ’ το κυνήγι των Ερινύων, το έχει ρίξει στην ασταμάτητη, χωρίς αναπαμό, δουλειά. Της δίνει το μυαλό του, μήπως ξεφύγει. Εξιλαστήριες καλοσύνες, φιλανθρωπίες κι απόφαση να μη νυμφευτεί ποτέ του. Σαν πειρασμός έρχεται ξαφνικά η προσφορά του χεριού της κοπέλας, του μοιραίου πόθου που τον κατέστρεψε.


Σ’ αυτή την άχαρη, μετά το φόνο, πλεύση ζωής, δέχεται μάλλον απρόοπτα κι αιφνιδιαστικά, προσφορά απ’ τον πατέρα της, τη νύφη, ‘‘αιτία’’ του φονικού. Αυτόχρημα έρχεται η απόρριψη. Ηθική ή εγωιστική; Με την επιλογή γαμπρού, του πλουσιώτερου για την κόρη του, και τη δολοφονία του Καρέλη, ο πρώτος είδε την αποκατάσταση του παιδιού του να χάνεται. Μόλις πέρασε, τηρηθέντων των προσχημάτων, το ελάχιστο διάστημα του πένθους, έσπευσε να βρη αντικαταστάτη γαμπρό, ξεγελώντας τον Τρίγκο, ότι τάχα δεν ήταν δεύτερη επιλογή και σαφώς ποντάροντας στην προίκα της κόρης. Ο άλλος, που τυφλωμένος απ’ το πάθος, νόμιζε εξαφανίζοντας τον ανταγωνιστή, δε θα υπήρχεν εμπόδιο για την όμορφη και πολύφερνη νύφη, με την ηθική συνείδηση να έχει ξυπνήσει και ξεσηκωθεί μέσα του και να τον τύπτει αλύπητα, τσουρουφλισμένος απ’ τις τύψεις, δε νιώθει πια καμίαν επιθυμία για ό,τι ποθούσε και, μετά το έγκλημα, του προσφέρεται παρακλητικά. Τι λογαριασμούς κάνουν οι άνθρωποι, χωρίς τον ξενοδόχο – συνείδηση...


Αν δεχόταν, τότε θα νομιμοποιούσε κι ο ίδιος ο δράστης το φόνο, περίπατο οι τύψεις. Έβγαλε απ’ τη μέση τον αντίζηλο που του στερούσε ό,τι ποθούσε, καρπώνεται το λάφυρο κι ας μην τον βρουν ποτέ οι διωκτικές αρχές κι η Δικαιοσύνη να λογοδοτήσει. Στυγερός δολοφόνος, αμετανόητος, απάνθρωπο τέρας. Μα δεν είναι τέτοιος χαρακτήρας, όπως δεν ήταν ο Ρασκόλνικοβ, που σκότωσε τη γριά ενεχυροδανείστρια και δε χαιρόταν με το τέλειο έγκλημα, όσα μπορούσε να της σουφρώσει και να μην τη ξαναφέρει στη σκέψη του, ο πάμφτωχος (Θ. Ντοστογιέφσκι, Έγκλημα και τιμωρία). Ούτε ο Ιούδας, ‘‘ο οποίος τον είχε παραδώσει, όταν είδε ότι ο Ιησούς κατεδικάσθη από το συνέδριον, κατελήφθη από μεταμέλεια και σαν να αισθανόταν αβάστακτο βάρος για τα τριάκοντα αργύρια, τα έδωσε πίσω στους αρχιερείς και πρεσβυτέρους λέγων· “Αμάρτησα, διότι παρέδωσα αίμα αθώον (έστειλα στο θάνατο έναν αθώον) ”. Εκείνοι δε είπαν· “και τι μας μέλει εμάς; Συ θα δώσης λόγο γι' αυτό”. Και αφού έρριξε με αγανάκτηση τα αργύρια στο ναόν, έφυγε απελπισμένος και επήγε και εκρεμάσθη’’(Ματθ. κζ΄, 3-5).


Για τον Ηλ. Τρίγκο, δεν είχε έλθει ακόμη η παρόμοια εκείνη ώρα. Στην προσφορά της νύφης, επιφανειακά κι αφού δεν έχει αποκαλυφθεί, η στάση είναι τέτοια, εκδικείται για την απόρριψη απ’ τον νυν προσφέροντα-πατέρα, που είχε προτιμήσει αρχικά τον άτυχο Καρέλη. Ο θύτης σκοτώνει – εξαφανίζει τον εχθρόν – αντίζηλον, απ’ τον οποίον έχασε αυτό που διακαώς και όσο τίποτα επιθυμούσε, τόσο που έφθασε στο έγκλημα, (και τώρα ανέλπιστα κι απλά, του προσφέρεται!). Η βίωση της αυτοκαταδίκης απ’ την τέλεση του εγκλήματος, τον κάνει ακαριαία και απορρίπτει το αντικείμενο του ασίγαστου (πριν απ’ την ανόσια πράξη) πόθου, την κοπέλα – ιδανική σύζυγον! Οι κανόνες της Ηθικής, άγραφοι και απαρασάλευτοι νόμοι των θεών που δεν υπάρχουν αυτοί μόνο σήμερα και χτες, αλλά πάντοτε, και κανείς δεν ξέρει πότε πρωτοεμφανίστηκαν (Σοφ. Αντιγόνη, στ. 455) έχουν ξυπνήσει, με τη παραβίασή τους, μέσα του τις Ερινύες, που ακατάπαυστα τον κυνηγούν. Όμως, ούτε νύξη απ’ τον αρνούμενο την προσφορά, νύφης και προίκας της, ότι: αυτό μπορεί να προκάλεσε το άλλο. Ίσα – ίσα εμποδίζεται να εκστομίσει στον προσφέροντα, ότι αυτός με την επιλογή του, αν δεν έγινε αιτία, τουλάχιστον τον εξώθησε στο κακό. Η επανάληψη του ‘‘ο όφις με εξηπάτησεν’’ είναι όσα λέγει, την πικρία του που δεν επιλέχτηκε αυτός εξ αρχής. Αληθινά ή με ευγενική προσποίηση, εκφράζει τη λύπη του για το θύμα (του), που μίσησε, μεθόδευσε κι αιφνιδιάζοντάς το μες το σπίτι του, εξολόθρευσε... Μετανιωμένος βαθειά, για την αφαίρεση της ζωής του θύματος, χωρίς όμως να μπορεί να φθάσει ώς την ομολογία του εγκλήματος.


Τρεις φορές γίνεται επίκληση, αναφορά του ονόματος του Θεού, ‘‘Δὲν θὰ χρησιμοποιήσεις μάταια τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ σου, κάνοντας ψεύτικο ὅρκο γιὰ ὁποιοδήποτε γήινο πράγμα, Ο Θεός λοιπόν λέγει να μην πιάνεις στο στόμα σου το όνομα του Θεού με επιπολαιότητα, με προχειρότητα, (3η εντολή)’’, σαν πειστικός θεολόγος βάζει τα λόγια στο στόμα του Τρίγκου ο συγγραφέας. Η ολοκλήρωση του κεφ. με τη λ. τραγικός, (επιθ. προσδ. στους λυγμούς του ενόχου), έχει νόμιμη θέση ακόμη και για τον αντιρρήσεις διατυπώνοντα στην άστοχη χρήση, επιμελητή της επανέκδοσης...


Το κεφάλαιο, βάσιμα μπορούμε να υποθέσομεν, ότι είναι συγγραφική κατασκευή για την κορύφωση της έντασης και της αγωνίας, ώστε να προετοιμαστεί η ανερμήνευτη απ’ την κοινή γνώμη, αρχικά αυτοχειρία. Ίσως είχεν ακουστεί στη μικρή κοινωνία της πόλης ότι προσφέρθηκε, με τους τότε μηχανισμούς (προξενιό) η κοπέλα κι απερρίφθη η πρόταση. Όμως η γραφή ήθελε να αναδείξει τις ανταλλαγές καρφωμάτων, τα αλληλοπληγώματα, μέσα σε καταιγίδα ψεμμάτων, a posteriori του εγκλήματος. Ίσως αυτός να ήταν ο ταιριαστός τίτλος του κεφ. Η΄ .


Αν η ακολουθία των ψευδών της στιχομυθίας, δεν διακόπτεται με εξαιρέσεις (: και κάποιες αλήθειες), δεν έχει καμιάν αξία το κοινωνικό στοιχείο, σχετικά με τη θέση της γυναίκας που καταγράφεται. Η κόρη (κατά τον ισχυρισμό του πατέρα της) προτίμησε το γαλαξειδιώτη γαμπρό, αντίθετα προς τα ήθη της εποχής, που η επιλογή ήταν θέμα του πατέρα. Η στιχομυθία, κύριο σώμα ύλης του κεφ. θυμίζει τους πρωτοπλάστους, μετά την παρακοή, τη βρώση του απαγορευμένου καρπού. Ο ένας τα ρίχνει στον άλλο. Για τους πολλούς άλλους, την κοινή γνώμη, ήταν ένα έγκλημα που τάραξε τη ζωή της περιοχής, πολυσυζητήθηκε, προκάλεσε δικαιολογημένο δημοσιογραφικό ενδιαφέρον, την περιέργεια κι είχε αρχίσει να ξεφτίζει ως θέμα συζήτησης, να λησμονείται. Γι’ αυτό ξεκινά με τα μνημόσυνα και την κριτική θέση του επ’ αυτών ο Λυκούδης. Τους δυο (Τρίγκο-Πανάργη) όμως και τη βουβή γενικά και στο παρόν κεφάλαιο, κοπέλα, τους βαραίνει επαχθώς ο θάνατος, το έγκλημα κι η αμαρτία κι υποχρεούνται να τα διαχειριστούν. Ο χορός των τύψεων για τον πατέρα, έχει να κάμει με την επιλογή αρραβωνιαστικού, που δεν κατέληξε στο ευτυχές για την κόρη του αποτέλεσμα. Του άλλου ήταν ασύγκριτα οδυνηρότερος κι αξεπέραστος, με το φόνο, πάνω στο τύφλωμα του πάθους. Τον έφθειρε διαρκώς κι αργά αργά, όταν έφθανεν η 2α δοκιμασία, θα τον συνέτριβεν.


Η λογοτεχνία, με τις εξαίσιες μορφές και τους συγγραφικά διαπλαθόμενους ανθρώπινους χαρακτήρες, δείχνει την αμαρτία και την πτώση, τον ξεπεσμό, το κύλισμα των ψυχών στο ψέμα και το βούρκο μηχανορραφιών κι απάτης, τη συμβατικότητα κι εξοικείωση με το κακό. Αντίβαρο ή αντίτιμο απ’ την άλλην, ιδιαίτερα τούτη την εποχή, ας μην το προσπερνάμε, είναι το θεμέλιο ζωής στο Χριστιανισμό: Το φρόνημα και το βίωμα της διαρκούς μετανοίας, δηλ. της επί το αληθέστερον αναθεωρήσεως της ζωής μας. Στο κεφ. Η΄ ο συγγραφέας δίνει τη μάχη του με την ηθικολογίαν, απ’ τα μειονεκτήματα της γραφής του, απορροφώντας με τον αγώνα λόγων τον αναγνώστη.


Εκτός απ’ την προσφερόμενην ιδιαιτέρως για προβληματισμούς και συζήτηση, ηθική διάσταση της νουβέλας, υπάρχουν κι άλλες σημαντικές κι ενδιαφέρουσες πτυχές στο βιβλίο και στα άλλα δυο συνδεόμενα με την περιοχή κείμενα, διαχρονικές κι επίκαιρες: οι αδυναμίες-αστοχίες της Δικαιοσύνης κι οι προσδοκίες - απαιτήσεις της κοινωνίας απ’ το βασικόν αυτό θεσμό και τους λειτουργούς της, η απρόκλητη βία που μετέρχονται οι νέοι κι η αντιμετώπιση – προστασία των ζώων. Τούτα θίγονται με κατατοπιστικό κι έλκοντα για ανάγνωση και συζητήσεις το βιβλίο, στον καταληκτικά τοποθετημένο σχολιασμό. Δε θα έπρεπε να παραλειφθεί, τέλος κι η καλαίσθητη εκδοτικά εικόνα του. Γιά όλ’ αυτά το προτείνομε και το συνιστούμε θερμά.

Αφήστε το σχόλιό σας