Η ομιλία του Ευάγγελου Ρέντα στην παρουσίαση του βιβλίου "Ερωτογραφία" της Νικολέττας Λυμπεροπούλου

Τετάρτη, 22 Φεβρουαρίου 2023

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ «ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ»
17/2/2023 - ΑΡΓΟΣ


Ο έρωτας καιροφυλακτεί. Είναι μια συνεχής παρούσα δυνατότητα, στο τρόπο ζωής μας. Μένει μόνο, να μας ναυτολογήσει ο θάνατος του και η φαρμακερή του ψευδαίσθηση, από την φθορά που αφήνει το άγγιγμα του Έρωτα, ώστε στην πορεία να διαφανεί η ανυπαρξία του προσωπικού μας νοήματος. Το χάος της ανθρώπινης Ψυχής έμπροσθεν της δίψας του για ζωή.
Γνωρίζουμε τον έρωτα μόνο στην απόσταση τής αποτυχίας που αυτός επιφέρει. Πριν την αποτυχία δεν υπάρχει γνώση. Η γνώση έρχεται πάντα μετά τη βρώση του καρπού, αναγνωρίζοντας τις συνέπειες.

Σέ κάθε Ερωτική συνάντηση ξαναζούμε την εμπειρία τής γεύσης τού παραδείσου και τής απώλειας τού παραδείσου. Σπουδάζουμε τον έρωτα μόνον εξόριστοι από την πληρότητα τής ζωής πού αυτός χαρίζει.

Στην εμπειρία τού έρωτα φαίνεται να έχουμε όλοι το ίδιο πεπρωμένο . Ἡ πείρα και οι διηγήσεις των άλλων δεν μάς μαθαίνουν βιωματικά τίποτα για αυτόν. Είναι για τον καθένα μας εκείνο το αρχέγονο, το πρώτιστο και μέγιστο μάθημα της ζωής, ἡ αρχέγονη και μέγιστη αυτό-εξορια αλλά και αυταπάτη. Μέγιστο μάθημα, γιατί σπουδάζουμε στον έρωτα τον «Τρόπο» τής ζωής. Την σημασία της ζωής στην πράξη.
Μέγιστη μάλιστα αυταπάτη, αφού αυτός ὁ τρόπος αποδεικνύεται για κάποιο λόγο ανέφικτος για την ανθρώπινη φύση μας, μια και μας προσκαλεί να μεταφέρουμε το κέντρο του ζώντος ενδιαφέροντος μας σε κάποιον άλλον μόνιμα. Το νόημα του Έρωτα έγκειται στο γεγονός να αποδεχτούμε αβίαστα πως η πληρότητα τής ζωής κερδίζεται μόνο στην αμοιβαιότητα τής σχέσης. Στην αμοιβαία ολοκληρωτική αλληλοπεριχώρηση.

Για αυτό και στο πρόσωπο του Άλλου αναζητάμε συνεχώς τη δυνατότητα να ζήσουμε – διψάμε διακαώς την αμοιβαιότητα τη σχέσης. Στην αρχή βέβαια δε το γνωρίζουμε. Ὁ Άλλος γίνεται Τό «σημαίνον» για τη ζωή μας, η αισθητή ανταπόκριση στην πιο βαθιά και κυρίαρχη της φύσης μας επιθυμία.
Ίσως τελικά αυτό που ερωτευόμαστε να μην είναι το πρόσωπο του Άλλου, αλλά η ίδια η δίψα μας ενσαρκωμένη στο πρόσωπό του. Ὁ Άλλος να αποτελεί ένα πρόσχημα κι η αυτοπροσφορά μας αυταπάτη. Όμως κι αυτό θα διαφανεί μόνο στην απόσταση τής αποτυχίας.
Στην πορεία κατανοούμε ότι δεν ξέρουμε να μοιραζόμαστε, δεν ξέρουμε να κοινωνούμε με τον άλλον, ξέρουμε μόνο να ιδιοποιούμεθα την ζωή.
Για αυτό και η απώλεια του Έρωτα ισοδυναμεί με τον χαμένο παράδεισο, που δεν είναι ποτέ ποινή, είναι μόνο αυτοεξορία.

Εκεί τραυματίζεται και ο Έρωτας της Ερωτογραφίας και σπαράζει από οδύνη
.


Τα τραύματα της Έρωτα
δεν σε κάνουν ποιητή, αλλά σίγουρα σε κάνουν ευάλωτο και ευπρόσβλητο σε χαμένους παράδεισους.


Η ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ γράφει ποίηση και μας συστήνει, στο Ποιητικό υποκείμενο της. Την Νικολέττα Λυμπεροπούλου, επιβεβαιώνοντας τους όρους της σχέσης, του υποστασιακού Έρωτα στη ζωή της. Η Λυμπεροπούλου διεκδικεί το πέρασμα από την ιδιωτική στη δημόσια σφαίρα, μέσα από την συλλογή της και μας προτρέπει να αναλογιστούμε τον ορατό απογυμνωμένο εαυτό της.

Ο λόγος της εμβριθής, ο «Εαυτός» παρουσιάζεται ως «δημιουργός» μιας ιστορίας αλλά και πουθενά ορατός ως «πρόσωπο», εκτός και εάν μας δηλώσει η ίδια ότι πρόκειται για την αυτοβιογραφία της! Άλλωστε μη ξεχνάμε ότι το αντικείμενο κάθε μελέτης μας είναι πάντα αυτοβιογραφικό. Γράφουμε με αυτό που είμαστε, αποτυπώνοντας πάνω στο χαρτί, είτε στην ποίηση μας είτε σε μια επιστημονικής θεωρία, πτυχές της ατομικής μας ιστορίας.

Αλλά ποιον Εαυτό επιθυμεί η Ερωτογραφία να μοιραστεί μαζί μας και με ποια «Φωνή» του εσωτερικού της διαλόγου αξιώνει να αλληλοεπιδράσουμε? Πώς αποκωδικοποιούμε τα μηνύματα μιας γυναίκας, μιας ερωτική συντρόφου στο κοινωνικό γίγνεσθαι, στο οποίο εντάσσεται η Ερωτογραφία?


Ο Εαυτός για να ξεκαθαρίσουμε από την αρχή, δεν είναι αυτόνομος βουλητικός παράγοντας που καθορίζει τις πράξεις και τις αποφάσεις μας, αλλά έπεται των ήδη ειλημμένων αποφάσεων, ως αφήγημα που τις αιτιολογεί και τις κανονικοποιεί.

Ο Αλμπέρ Καμί γράφει ότι ονομάζουμε αγάπη, αυτό που μας δένει με ορισμένα πλάσματα, βάσει του τρόπου που τα βλέπουμε, και για τον οποίο υπεύθυνη είναι η λογοτεχνία. Αν ισχύουν τα παραπάνω, θα μπορούσαμε άραγε να ισχυριστούμε πως η εξοικείωση με την τέχνη της Ποίησης, κατ’ αναλογία, είναι υπεύθυνη για τον τρόπο με τον οποίο βλέπουμε τον εαυτό μας, μέσω των αυτοβιογραφικών αφηγήσεων που κατασκευάζουμε?


Αν δύναται να συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε η ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ μας συστήνει τη δημιουργό της! Είμαστε όλοι αφηγητές, όλοι αφοσιωμένοι, όπως το θέτει η ανθρωπολόγος Mary Bateson, σε μια «πράξη δημιουργίας» της «σύνθεσης της ζωής μας».

Η Ερωτογραφία, εξομολογείται, αναστενάζει, κράζει από καημό και μένος για αυτό που της συμβαίνει! Δεν ακολουθείται μια προκαθορισμένη πορεία. Αντίθετα ζυμώνεται στον Έρωτα, όλη η απύθμενη δίψα της για ζωή. Οι ταυτότητες που ενσαρκώνει ο διαλογικός της Εαυτός (Mπαχτίν) και οι εμπειρίες της, περιγράφονται συνεχώς μεταβαλλόμενες, συραμμένες από πολλά συναισθήματα, ενώ οι τολμηρές λέξεις είναι εργαλείο μετάγγισης του εξόριστου από την πληρότητα του Ερωτικού, ως υπέρβαση της μετοχής του θαύματος στην ζωή!

Τα διάσπαρτα Ποιήματα ενώνοντάς τα σε μια αφήγηση, δημιουργούν ένα ενοποιημένο όλον που μας επιτρέπει να κατανοήσουμε τη ζωή και τα βιώματα του υποκειμένου της Ερωτογραφίας, άκρως αυτοβιογραφικού, ως κάτι συνεκτικό- και η συνεκτικότητα, λένε οι ψυχολόγοι, αποτελεί μια βασική πηγή νοήματος.

Ο ευάλωτος Εαυτός που τραγωδοποιήθηκε, που δανείστηκε λέξεις για να εκφράσει εμπειρίες στην ποίησή, στην Λογοτεχνία και σε κάθε μορφής τέχνη, είναι εξαρχής συναρθρωμένος πάντα με την κοινωνική πραγματικότητα. Ας αναλογιστούμε αυτήν την παραδοσιακή ιδεολογία που βίωναν οι γυναίκες, (μπορούμε να υποθέσουμε ότι η Ψυχικές διακυμάνσεις στον ΕΡΩΤΑ, όπως εκφράζονται στην ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ αποτελούν και αφορμή για περαιτέρω διερεύνηση, ως απόρροια μιας Πατριαρχικής δομής και μέρος του σύνολου κοινωνικού συμπτώματος.

Αυτός ο Ευάλωτος εαυτός που παρουσιάζεται στην Ερωτογραφία, μερικές φορές σπαραγμένος, άλλες συμφιλιωμένος, έκπληκτος, άλλες φορές εξεγερμένος, θυμωμένος και μανιακός , προσπαθεί να υπερβεί τα προσωπικά και κοινωνικά τραύματά του, παλεύοντας με τις ορίζουσες πειθαρχικές δομές μιας κανονιστικής ποιητικής γλώσσας.

Δαμάζοντας η Ποιήτρια ένα καταιγισμό από προκλητικές λέξεις, εκφράζει το υπέρτατο δέος της, μπροστά στο μαγικό, μυστηριακό χαρακτήρα του Έρωτα, ως πηγή έμπνευσής της. Αυτός ο αγώνας, αυτή η αγωνία, ίσως την καθιστά ακραιφνής ποιήτρια, μέσα στην Ερωτική Γραμματική της.

Η Ερωτογραφία, από την δική μου ματιά είναι μια υπερρεαλιστική ποιητική συλλογή, που αγγίζει τον σκανδαλώδη ερωτισμό, που λειτουργεί σαν καταλύτης, μιας ανώνυμη δεξαμενής, που είναι τελικά η υπέρβαση της γλώσσα της κοινότητας. Η ποιήτρια μέσω των στίχων της δανείζει στη δική της φωνή τη γυναικεία γλώσσα. Η εμπειρία προηγείται της εσωτερικευμένη γλώσσας, μιας γλώσσας τολμηρής, μα και τόσο αληθινής, που καλείται να εκφράσει τη γυναίκα στο Σαρκικό Έρωτα.

Διαβάζουμε στη Λύκαινα «Γυναίκα γέμισε, γυναίκα γέννησε, Παρθενικό υμένα διακορεύει η αστραπή…», με έντονη εικονοποιία των μπλεγμένων ερωτικών και συναισθηματικών σημάτων, διάχυτα σκορπισμένα σε λέξεις.

«Η ποίηση της Νικολέττας Λυμπεροπούλου, έχει γένος γιατί κυοφορεί διαρκώς το ποίημα. Το γεννά και το ξαναγεννά κάθε φορά, λες και θέλει να είναι σίγουρη ότι θα γίνουν ορατά αυτά που θέλει να μοιραστεί. Ίσως επιθυμεί να την αγγίξουν τόσο και την ίδια ώστε να υπερβεί τον πόνο που έχουν προκαλέσει οι λέξεις όπως εκφράζονται μέσα της.

Το σώμα στην ΗΒΗ της Ερωτογραφίας είναι ένας λευκός καμβάς προορισμένος να φιλοξενήσει όλο το εύρος των συναισθημάτων, των ψυχοσωματικών αντιδράσεων του υποκειμένου, που δρασκελίζει στην γυναίκεια φύση το βάρος μιας επιταγής τόσο παλιάς. Τόσο αρχέγονης! Του γεννητού καρπού, του θαύματος να αγναντεύσει την ύπαρξη μιας νέας ζωής στα χέρια της, αγγιγμένη!

Στη σκηνή του ποιητικού υποκειμένου πρωταγωνιστούν οι λέξεις και η γραφή που συνδέει συνειρμούς, ίσως με παλιότερα βιώματα, αισθήσεις και συναισθήματα. Όλος της ο Νευροβιολογικό Εαυτός στο προαύλιο της ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ στοιβαγμένος. Είμαι σίγουρος ότι έχουν αφήνει ένα μνημονικό και συναισθηματικό ίχνος στην ποιήτρια.


Η Ερωτογραφία είναι συραμμένη μάλιστα έτσι, ώστε να καθιστά τη γυναίκα σύντροφο, ως «φορέα» της ανάγκης αλλά και της ακατέργαστης επιθυμίας στο άθραυστο κέλυφος της θνητότητας, δηλαδή του Εγώ.

- Ο ερωτικός λόγος της ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ είναι από τη φύση του λόγος ανατρεπτικός, επαναστατικός, ο οποίος τείνει στην εξιδανίκευση, όπως ο πόθος και η Φαντασίωση του υποκειμένου, απέναντι στο αντικείμενο του πόθου του!.

Η ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ επαναστατεί. Μοιράζεται στο Εφήμερο της, την βαθιά επιθυμία της να χρωματίσει με διαφορετικές νοηματικές διαστάσεις, την ανάγκη για σύνδεση, εκφράζοντας τις απόψεις της, έστω και σε μη συνειδητό επίπεδο, για τη αλληλένδετη σχέση της τέχνης με τον έρωτα και τη ζωή. Μια δυναμικής σχέσης που παραπαίει κάπου στο χωροχρόνο, ανάμεσα στην χαρά του Παραδείσου έως και τον ενθουσιασμό και την θλίψη. Από την απογοήτευση έως και την έκρηξη του θυμού και της μανίας των συναισθημάτων.

Μέσα στην ροή του χρόνου, η έφηβη Λυμπεροπούλου έως και την ωριμότητά της, στην γυναικεία της ματιά, ο Έρωτας διανθίζεται, της αποκαλύπτεται αλλά και τραυματίζεται με διαφορετικό τρόπο. Αξίζει να μην λησμονήσουμε να επισημάνουμε ότι η ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ στο κοινωνικό-πολιτιστικό πλαίσιο υπαγωγής του υποδείχνει ότι η μια αστοχία οδηγεί στη άλλο.

Η εκ του παρελθόντος υποτίμηση της γυναίκας οδήγησε στον ακραίο φεμινισμό, φέρνοντας στη ψυχή και στο σώμα της σχέσης, τα τραύματα από το συντηρητισμό και τον πουριτανισμό, αλλά και τη συνεπαγόμενη υποτίμηση του σώματος, καθώς και τη υποτίμηση της γυναίκας που μοιραία οδήγησαν στην υποτίμηση του έρωτα.


Περιφρονείται ο σαρκικό Έρωτας, ως αστείρευτη πηγή ανανέωσης της ύπαρξης, το σώμα ως έδρα της λίμπιντο και η γυναίκα αναπαρίσταται στον καθημερινό Νου, ως πειρασμός που παρασύρει στη ζωή τους άντρες. Αυτά η Λυμπεροπούλου τα γνωρίζει και ως επιστήμονας αλλά και ούσα γυναικά της εποχής των πολλών μεταλλάξεων στα κοινωνικά και πολιτικά δρώμενα της εποχής της.

Εντάσσεται όμως η ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΊΑ όμως και τα τραύματα που έχει προκαλέσει ο φιλελευθερισμος. Όταν η υποβάθμιση της σεξουαλικότητας μετατρέπεται σε ευτελές εμπόρευμα ευρείας κατανάλωσης, στερείται η δυνατότητα από κάθε εσωτερική νόημα που δύναται να μας ανάγει στην αναζήτηση της πνευματικότητας του. Ο Σαρκικός Έρωτα που Τροφοδοτεί το σώμα, ως σημείο - σημαίνον του ερωτισμού και της σεξουαλικότητας, χάνει την δύναμη να καταδείξει την ολόπλευρη θεμελίωση του συμπαντικού του νοήματος του.

Η επαναστατική πνοής της ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ, ισχυροποιείται από το μέγεθος όλου του εύρους των συναισθημάτων που εκφράζει μέσα στα ερωτικά κύτταρά του!

Mου αφήνεται διαρκώς η αίσθηση, ότι η Ποιήτρια στην Ερωτογραφία αδημονεί για μια αρχή της αναγέννησης του εαυτού της. Μια αναγέννηση ψυχική, λεκτική και υπαρξιακά δρομολογημένη, με σκοπό, την σύνδεση. Ως ξεκλείδωμα και απελευθέρωση του εαυτού, ως μετωνυμία της ελευθερίας για ψυχική αποκατάσταση. Για αυτό κάνοντας συχνές αναγνώσεις, άρχισα να συγκινούμαι σε κάποια από τα ποιήματα, ταυτιζόμενη η ψυχή μου.

Στοιχεία Πρωτόλεια από την ζωή της Ποιήτριας αλλά και σύντονα στο σήμερα, ενωμένα μεταξύ τους στην ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ, συλλειτουργούν ως ποιητική πράξη. Από τη μια η αλλοτρίωση στον ΕΡΩΤΑ από την εξιδανίκευση του Άλλου, έως και την εκπόρθηση που γεννά η επιθυμία της κατάκτησης του άλλου. Από την αναζήτηση ηδονικής ευχαρίστησης στον σαρκικό Έρωτα στην κυοφορία και εσωτερική αφήγηση αμοιβαίων πλευρών του Εαυτού, που περιγράφουν τον διαλογικό Εαυτό. Από το Ερωτεύσιμο στο Ερωτικό πρόσωπο.

Μα ο έρωτας της Ερωτογραφίας, ζητά το μερτικό του, σπουδάζετε στον χαμένο Παράδεισο του. Αναξέει τις πληγές του , καθώς ζυμώνεται στην αμφισβήτηση της πνευματικής του διάστασης. Εκεί που μέσα στο απύθμενο της ελευθερίας απόμακρα από ενοχές και περιορισμούς, οι αγαπημένοι βιάζονται να απολαύσουν τον έρωτα και να εξασφαλίσουν την ζωή έναντι του θανάτου, για χάρη ο ένας του άλλου.

Στην Ιατρική μαθαίνουμε ότι τραύμα είναι η διακοπή της συνέχειας του ιστού. Μια τέτοια ασυνέχεια παραπέμπει στην ψυχολογική έννοια της διαίρεσης, της διαβολής, δηλαδή της ασυνέχειας της σύνδεσης. Πληγώνεται ο έρωτας της Ερωτογραφίας, όταν ανακόπτεται η λειτουργία του θαύματος και οδηγείται σε κατακερματισμένες ζωές που αδυνατούν να εμπεριέχουν τη συνέχεια και την ολοκλήρωση της ύπαρξης. Αναρωτιέμαι, όμως, μη τυχόν η οποιαδήποτε αστοχία η παράλειψη του Άλλου δεν γίνεται μόνο τρωτότητα και αυτό-δικαίωση, αλλά ευκαιρία για ίαση, για εσωτερικό καθρέφτισμα ;  

Πληγώνεται ο Έρωτας της Ερωτογραφίας όταν στερείτε από το μεγαλείο της ολότητάς του. Όταν τα υποκείμενα συναντιούνται στην κάλυψη της ανάγκης συναντιούνται πάνω στα ραγισμένα κελύφη. Η σεξουαλική επαφή συνεπάγεται τρωτότητα – αφού δεν αφορά ολόκληρη την ύπαρξη – και οδηγεί στην απελπισμένη κίνηση διάσωσης του εαυτού, καθώς ο προσωρινός κορεσμός της ανάγκης χωρίς πρόσωπο καταλήγει σε αφόρητη μοναξιά. Αργότερα η αφόρητη μοναξιά θα οδηγήσει στην απελπισμένη αναζήτηση νέου σεξουαλικού παρτενέρ: ένας επώδυνος κύκλος τραυματισμού και απαξίωσης του έρωτα.

Αντίθετη με την ερωτική απαίτηση, είναι η έννοια της επιθυμίας: η ικανότητα να καταδυθούμε στα μύχια του εαυτού μας, η προσδοκία να μην συμβιβαζόμαστε με το μέτριο, το μερικό και το αποσπασματικό. Η επιθυμία του Ερωτικού προσώπου να εμπεριέξει νόημα ζωής, στοχεύει στην ζωή στην ολότητά της. Η συμβατική ανοχή δεν συντηρεί τον έρωτα. Ο «Ερωτικός Έρωτας» είναι ή αμοιβαία θυσιαστικός ή σπαραγμός και ρήξη. Συμβιβασμός δεν υπάρχει. Αυτό διακρίνεται σε δεύτερες αναγνώσεις στην ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ.

Οι ερωτικοί σύντροφοι κινδυνεύουν να πληγώνονται όταν δεν διαφυλάσσουν την ιερότητα της επιθυμίας που απαιτεί την άμεση ικανοποίησή της. Κάτι τέτοιο οδηγεί στην ρήξη η οποία τρέφει την ελπίδα για το επόμενο θαύμα, που θα ενσαρκώσει ο επόμενος Άλλος. Ο επόμενος Άλλος, σκέφτεται ο έρωτας, θα με δεχτεί δίχως κρατούμενα, θα με ερωτευτεί δίχως όρια. Τότε είναι που η επιθυμία εκπίπτει σε βασανιστική ανάγκη, εκεί φτιάχνονται ορμητήρια καθώς μεγαλώνουν οι ψευδαισθήσεις. Η προηγούμενη θυσιαστική αυταπάρνηση μετοικεί πλέον στην παρθενία της αναμονής του επόμενου άλλου.

Τραυματίζεται ο έρωτας της Ερωτογραφίας, όταν οι σύντροφοι αδυνατούν να εμπεριέξουν την διαφορετικότητα του άλλου, δεν βλέπουν τις δικές τους παραλείψεις και τραύματα καταλήγοντας στην ισοπέδωση ή σε παράλληλες ζωές, παγιδευμένοι στα γρανάζια της αδυσώπητης φύσης μας.

Εύκολη παγίδα η αναζήτηση της ψευδαίσθησης ενός συντρόφου που θα ακολουθεί άνευ όρων, εξασφαλίζοντας χώρο αχώρητο στην αδιάστατη εγγύτητα του Άλλου. Η παραίτηση από το άθλημα της αγαπητικής σχέσης με τον Εαυτό μας και της υπέρβασης της ατομικού μας σύμπαν, προϋποθέτει διεύρυνση του μυαλού και της καρδιάς, οδηγεί στην ανάγκη διαφυγής από τον πραγματικό εαυτό και στην αναζήτηση ενός φαντασιακού άλλου. Αλήθεια πόσο καιρό διαρκεί αυτό ο πόθος ώστε να ξεγελάσουμε την ψυχή μας;


Αποκορύφωμα αυτής της τάσης είναι η καταφυγή στην Φαντασίωση. Μια καινούργια ευφροσύνη αυταπάτης ξεκινά! Ψηλαφούμε το βλέμμα του άλλου, μας συναρπάζει η φωνή του, συλλαβίζουμε την άγνωστη γλώσσα της αφής αγγίζοντάς τον, γεννιέται η ορμή για μια καινούργια στιγμή, στο χρόνο. Αναγεννιέται το καινούργιο και το άφθορο. Μεταλλάσσετε ταυτόχρονα και η ανάγκη μας να τον κατασπαράξουμε, ώστε να ανταποκριθεί σε αυτά που δεν έχουμε επεξεργαστεί. Ο κατοπτρικός μας «θεός» είναι μια πλανερή ψευδαίσθηση, αλλά δεν το παραδεχόμαστε. Γιατί το αγνοούμε. Φοβούμαστε αυτή την ασυνείδητη πίκρα, για το ανέφικτο της ζωής που μας υποσχέθηκε ο Έρωτας.

Φοβόμαστε ότι ο άλλος θα μας απογοητεύσει, φοβόμαστε ότι η σχέση δεν θα μπορέσει να ανταποκριθεί στις επιθυμίες και στα όνειρά μας. Τρέμουμε όταν φανερώνεται η επιθυμία μας, γινόμαστε ευάλωτοι απέναντι στο σύντροφο καθώς αποκτά πρόσβαση στο μυστικό ιερό της ψυχής μας. Στα ανεπίγνωστα τη ψυχής μας.

Πληγώνεται ο Έρωτας της Ερωτογραφίας όταν στην ερωτική σχέση, η κοντινότητα ψηλαφεί τις εξωπραγματικές προσδοκίες μας και τις ματαιώνει, καθώς έρχονται στο φως της πραγματικότητας. Η εγκύστωσή στο Εγώ, επικουρεί το κενό της ύπαρξης που δημιουργείται από την έλλειψη νοήματος, μέσα από την πρωτόπλαστη φαντασίωση ότι ο άλλος είναι τέλειος. Ότι ο άλλος είναι η απεραντοσύνη της θάλασσας μέσα μας και ότι οι επιθυμίες μας θα γίνουν ο δικός του Παράδεισος. Αργότερα κατανοούμε, στην απόσταση του Έρωτα, την αυτοεξορία μας.


Ονόμαστηκε ο Έρωτας -Σαγήνη-                                    
Η Ερωτογραφία, ωριμάζει συν το χρόνο. Ανακαλύπτει στο υποκείμενο του Ερωτά της, κάτι τρομακτικό, κι αυτό της προκαλεί αφόρητο πόνο. Δεν ξέρει να υπάρχει με τον «τρόπο» της σχέσης. Τι καρπούς φέρει η κοινωνία με τον άλλον, το μοίρασμα, αλλά και η πίκρα της μοναξιάς και της ανέραστης μοναχικότητας που σαγηνεύει τον θάνατο?
Μήπως όμως η κοντινότητα δύναται μέσα από την Σαρκικό Έρωτα να ξεδιακρίνει τις ακτές νοήματος που αποκαλύπτουν προσωπικές δυνατότητες; Μήπως άραγε στην κοντινότητα η έκθεση του καθενός δεν γίνεται μόνο τρωτότητα, αλλά ευκαιρία για ίαση;

Ίσως αυτή την ίαση αναζητά και εναγωνιωδώς ψελλίζει η Λυμπεροπούλου στην Ερωτογραφία της.
Διαβάζουμε
…Αθεράπευτη ίαση,
Ζέχνει μίζερα…

Διαβάζουμε σχετικά στην
Αγρύπνια
…Μονο έλα και
Πάρε με
Χειμώνας μου έρχεται….

Στο Ποίημα ΕΠΙΒΙΩΣΗ

…Απομένει βασανιστικά
Να σε πεινάω…

Ο πραγματικός άλλος δεν έχει τόσο σημασία, σημασία έχει ποιος θα εξαπατηθεί περισσότερο.. Στο τέλος επέρχεται ο θάνατος του Έρωτα και η αυτοεξορία.

Διαβάζομε στο ΧΩΝΕΜΑ
…Γίνομαι Θάνατος και εσύ καταστροφή….
…Με καταπίνεις και μαζί καταβροχθίζεις τα κόκκαλα σου…

Παλιές ανάγκες ανικανοποίητες, έρχονται στην επιφάνεια. Ο σύντροφος νιώθει ζωντανός όταν επιτρέπει ή καλύτερα ωθεί τον άλλο να τον πληγώνει. Ο άλλος γίνεται σημαντικός μέχρι να γλιστρήσει απότομα στις δικές μας απαιτήσεις για προσφορά. Όταν κατακτηθεί δεν έχει αξία, όπως δεν έχει και ο εαυτός του. Γιατί στο έρωτα ξέρουμε τι θέλουμε αλλά δεν ξέρουμε τι μπορούμε.

Μόνο η προδοσία επαναφέρει την αρχική ορμή και υπονομεύει την πλάνη του έρωτα. Είναι πληγωμένος Αϊτός ο Έρωτας ΣΤΗΝ Ερωτογραφία αλλά εκείνος συνεχίζει να επιμένει να θέτει τα ερωτήματα με την μεγαλύτερη πρόκληση για υπέρβαση των ορίων του εαυτού, για την δίψα του κορμιού και της ψυχής. Διψά για διεύρυνση του νοήματος της ύπαρξης. Η επιθυμία της απόλυτης ένωσης αναμετριέται με την επιθυμία του υπέρτατου αγαθού της ελευθερίας, που είναι η πληρότητα της σχέσης που μόνο αυτή χαρίζει.

Η πρώτη ανάγνωση της ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑΣ είναι μια σπουδή για τον Έρωτα. Ίσως η διακειμενικότητα του ποιήματος να εξυμνεί την αμετρία της ευφροσύνης, της αποκαλυπτικής έκρηξης μεταμόρφωσης του βίου αλλά και της επαλήθευσης της μοναξιάς, του χαμένου κήπου του Έρωτα.

Ίσως η Ερωτογραφία να βεβαιώνει την ετερότητα, το απαραίτητο τάνυσμα της ύπαρξης, που υποφέρει διακαώς για την πολυπόθητη ελευθερία της ύπαρξης.


Η ΕΡΩΤΟΓΡΑΦΙΑ της Λυμπεροπούλου, προκαλεί να ακούσουμε την αμεσότητα του πόθου για ζωή. Είναι μια εσωτερική, ενδότερη κραυγή για ειρήνη και μέθεξη απέναντι στον θάνατο. Μια καθολική συν-ουσία, στο απεριόριστο του Έρωτα που χαρίζει την Αθανασία.

ΕΠΙΜΥΘΙΟ
Αν η Λυμπεροπούλου….

Αν η Λυμπεροπούλου ήταν φυλακή? Αν ήταν φυλακή, θα ήταν το κλειδί της απόδρασης
Αν ήταν χρώμα? Αν ήταν χρώμα, θα ήταν το χρώμα του ουρανού.
Αν ήταν τραγούδι? Αν ήταν τραγούδι, θα ήταν ένα τραγούδι απελευθέρωσης, απομάγευσης προσδοκιών.
Αν ήταν παιδί? Αν ήταν παιδί, θα ήταν περίεργο στα πράγματα, ζυμωμένο ανάμεσα στα τραύματα της και στην οικονομία της ψυχική ανθεκτικότητας, που αγγίζει το λόγο κάθε αντι-κείμενης ουσίας.

Σας ευχαριστώ,

Ρέντας Ευάγγελος,

Ψυχολόγος, Συστημικός και Οικογενειακός Ψυχοθεραπευτής

 

Αφήστε το σχόλιό σας