Ο Αλέξανδρος Τανασκίδης μιλάει για την ποιητική συλλογή "Μικρά σημαντικά" του Αντώνη Τακτικού

Τρίτη, 9 Μαΐου 2023

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ

Αντώνης Τακτικός - "Μικρά Σημαντικά" 

5/5/2023 19η ΔΕΒΘ Θεσσαλονίκης

“Για τα γυμνά μας πέλματα στο πάτωμα που λεν’ πως είμαστε άνετοι.”

Γιατί τι άλλο μπορεί τελικά να είναι, ή σε τι άλλο μπορεί άραγε να μεταφραστεί το αμετάφραστο του έρωτα, παρά μονάχα σε δύο ζεύγη πέλματα που επιθυμούν να πατούν γυμνά όχι μόνο σε ένα πάτωμα άλλα κυρίως στην ίδια τη ζωή, ώστε να νιώθουν δύο άνθρωποι, δύο οποιοιδήποτε άνθρωποι, σπαρμένοι στην ίδια τη ζωή και το λιβάδι του έρωτα;

Αυτός ο στίχος πιστεύω θα μας στοιχειώνει όμορφα, όταν θα κλείσουμε τη μπουκαπόρτα αυτού του καλόπλωρου βιβλίου, της νέας ποιητικής συλλογής του Αντώνη Τακτικού, “Μικρά Σημαντικά”. Μικρά που γίνανε σημαντικά, και σημαντικά που ήταν τόσο μικρά για να γίνουν, που ήθελαν τόση απλότητα και όχι πολυπράγμονα σχέδια και μεγάλες περγαμηνές για να τα επιτύχουμε. Στα μικρά κρύβεται το μεγαλείο εξάλλου. Στις απλές κινήσεις και τα φτερουγίσματα τα πρώτα και μικρά εμβαπτίζεται η ουσία των πραγμάτων που θα πραγματώσουν τα μεγαλύτερα, τα ογκολιθικά, τα τιτανοτρισμέγιστα. Το γέμισμα της ψυχής που όσο αδειάζει τόσο πιο πολύ γεμίζει.

Ο Κύπριος Ακαδημαϊκός συγγραφέας και ποιητής Κώστας Μόντης, κάποτε θα γράψει… Περίεργο πράγμα η καρδιά, όσο τη σπαταλάς τόσο περισσότερη έχεις

Και πως άραγε να μην έχεις περισσότερη όταν το αύτανδρο του σώματος και της ψυχής μονάχα γνωρίζει ένα πράγμα, να δίνεται και να δίνει, να προσφέρεται και να προσφέρει, να βυθίζεται και να βυθοσκοπεί χάδια, μάτια, φιλιά, αγκαλιές, κορμιά πλεγμένα αγέρωχα σε έρωτα δοσμένα; Σε μια μυσταγωγία του ύψιστου χρέους του ανθρώπου από τη γέννα του ως τη θανή του, την ευωδιά της αγάπης, τη λάβα του έρωτα…

Οι άνθρωποι, όποιοι άνθρωποι, διψάμε πάντα για έρωτα. Τυραννάμε μια απείθαρχη πείνα για αγάπη μέσα βαθιά στα σωθικά μας. Κι όταν καταβροχθίσουμε την αγάπη, τον έρωτα, την επαφή, το νοιάξιμο, το πλάγιασμα, τα χάδια, όταν κατασπαράξουμε κορμιά, χείλη, φιλιά, θέλουμε κι άλλο. Αποζητάμε να χορτάσουμε για να έρθει η ώρα που θα ξαναπεινάσουμε. Και θα καθίσουμε σε ένα τραπέζι με όλα τα συναισθήματα συναξάρια να γευματίσουμε τον έρωτα. Η ποίηση του Αντώνη Τακτικού έχει αυτό το στοιχείο ακριβώς. Της - θα μπορούσαμε να πούμε - ατέρμονης πείνας. Της ακόρεστης δίψας. Για στιγμές, για λεπτά, για ώρες, μέρες, εβδομάδες, μήνες, χρόνια… Για το “για πάντα” και για “το ποτέ”. Για το απόλυτο. Ή την πληρότητα, ή το κενό. Πεινασμένος για ζωή, χορτάτος από συναισθήματα.

Θα μας πει ο ποιητής μας στο ποίημα “Μάθημα”.

“Πες το όπως θες. Ανάπτυξε το θέμα. Διάνθισέ το μ’ εγωιστικά στολίδια. Πως δε μ’αγάπησες. Πως δεν σου έλειψα ποτέ. Πως δε νοιάστηκες ακόμη. Μαζί ίσον τίποτα. Δύο μας κάνει ένα.”

Εξάλλου τι άλλο μπορεί να είναι ο έρωτας ο εργάτης, ο παντεπόπτης, το μανουάλι της καρδιάς βαθιά που λιτανεύει τον Άγιο του Έρωτα, το κορμί, την ψυχή, το μαζί και το χωρίς; Στη μεσοστροφή αυτή, στην εσωτερική αυτή κραυγή της απώλειας, του αντίο, της μοναξιάς που βιώνει ο ποιητής, γεννήθηκε αυτό το βιβλίο. Σαν μια προσπάθεια ψυχοθεραπείας θα μας εμπιστευθεί ο ποιητής μας, πως ξεκίνησαν όλα μέσα στην εποχή της απόλυτης ανθρωποπαύσης, εκεί που οι ανάσες κόπηκαν με μιας και τα σπίτια γίνανε φυλακές ψυχών. Σε μια περίοδο που η μοναξιά έγινε πλέον νομοθετική επιταγή για την διασφάλιση της υγείας και παράλληλα μετατράπηκε σε ψυχοραγία της ίδιας της ψυχής. Ο άνθρωπος μετρήθηκε με το ανάστημα της μοναχικότητας, σε μια προσπάθεια να ζυγίσουμε τις αποστάσεις και ίσως - γιατί όχι - να αναμετρηθούμε με την επιθυμία και την απουσία εγγύτητας εκείνων που αγαπήσαμε. Σαν πείραμα να μετρήσουμε τις αντοχές των ραγισμάτων των ψυχών μας, σαν πέσουν στην δίνη της συνήθειας της απόστασης, της αποστέρησης.

Εκεί ανάμεσα στις μέρες και τους μήνες της απομόνωσης, γεννήθηκαν τα “Μικρά Σημαντικά” αποδεικνύοντας πως η ανθρώπινη φύση μπορεί να αρκείται και σε μικρά που είναι τα κυριότερα σημαντικά. Ο ποιητής μας θα γράψει με καλά διαλεγμένες λέξεις, με λιτή αλλά στιβαρή αρχιτεκτονική τα ποιήματά του, θα επιλέξει τη μέσα φόδρα της ψυχής, θα γράψει με το αίμα του, θα κρατήσει ισορροπίες με τις φλέβες του, θα αναμετρηθεί με την καταβύθιση και τις αναπνοές που μπορεί να κρατήσει, μέχρι να βγει νικητής από τη δοκιμασία. Μέχρι να φέρει αστερίες στην επιφάνεια, φαγητό αρκετό για τη βρώση και την πόση της ψυχής. Η θάλασσα, η μόνη άμετρος φύση γύρω μας, θα γίνει το αγαπημένο του στοιχείο, σαν μια νομοτέλεια βαθιά της ίδιας της φύσης του ανθρώπου που συναποτελείται από το νερό και σε αυτό καταφεύγει σε κάθε ψυχική τρικυμία αναζητώντας τη νηνεμία και τη γαλήνη.

Την πρώτη θάλασσα σαν τον πρώτο μας έρωτα εξάλλου, μας την δίδαξε με την δαχτυλήθρα της ποίησής του ο Θεσσαλονικιός Ντίνος Χριστιανόπουλος.

Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:

μπαίνεις και δεν ξέρεις αν θα βγεις.
Πόσοι δεν έφαγαν τα νιάτα τους –
μοιραίες βουτιές, θανατερές καταδύσεις,
γράμπες, πηγάδια, βράχια αθέατα,
ρουφήχτρες, καρχαρίες, μέδουσες.

Αλίμονο αν κόψουμε τα μπάνια
Μόνο και μόνο γιατί πνίγηκαν πεντέξι.
Αλίμονο αν προδώσουμε τη θάλασσα
Γιατί έχει τρόπους να μας καταπίνει.
Η θάλασσα είναι σαν τον έρωτα:
χίλιοι τη χαίρονται – ένας την πληρώνει

Σε μια παράλληλη ακατάληπτη επικοινωνία ο Αντώνης Τακτικός θα μεταστρέψει και ίσως μεταπλάσσει σε μια πιο σύγχρονη προσέγγιση την ίδια ακριβώς στιχομυθία του Χριστιανόπουλου.

Στο ποίημά του Ήττα

Λέως πως έχω χάσει.
Πως δεν μπορώ ξανάηλιοβασίλεμα να δω.
Πως δεν μπορώ, με τα ίδια λόγια για αγάπη να μιλήσω.
Συμβιβάστηκα.
Βολεύτηκα με συμπλεγματικούς, άλυτους γρίφους,
σταμάτησα να προσπαθώ να λύνω.
Κουράστηκα τις ανεπάρκειες
του καθενός να κανακεύω.
Ανεκτικότητες βαρέθηκα να συντηρώ.
Μα πιο πολύ αηδίασα με μένα
που άφησα τα τρωτά του καθενός
να με ρημάξουν έτσι,
που πάω κι εγώ σ’αυτούς να μοιάσω.
Αυτό κι αν είναι ήττα.

Όσο κι αν εκ πρώτης όψεως δεν βρίσκετε ομοιότητες, το συναίσθημα που απαυγάζει το ποίημα είναι ίδιο κι απαράλλαχτο. Η θάλασσα των σχέσεων, της ορμής και της ταχύτητας - που έλεγε κι η Κική Δημουλά - του έρωτα, η καραμπόλα της αγάπης, το πολύνεκρο τροχαίο του “υπερπαρέχομαι” είναι παντού παρόν ως στοιχείο μαγνάδι στην ποίηση του Αντώνη Τακτικού. Με μια βαθιά συνειδητότητα ενός μάταιου της επανάληψης των ίδιων τραγικών βημάτων αλλά με πάντα βαθιά επίσης μαθημένο πως όταν “αγαπάς δίνεσαι και δίνεις” χωρίς να σε ενδιαφέρουν οι πληγές. Μονάχα να μάθεις να τις επουλώνεις, να τις χαϊδεύεις και να κάνεις το σώμα και το πνεύμα σου πιο ακμαίο κι άλκιμο απ’ότι το παρέλαβες από την προηγούμενη απώλεια και το παραδίδεις στην επόμενη. Κι αυτό ο ποιητής μας το γνωρίζει πολύ καλά, καθώς όπως αλλού θα αναφέρει στο ποίημα “Ναφθαλίνη”

Σε δίπλωσα καλά, με σωστές τσακίσεις,
και σε φύλαξα, ψηλά στο ντουλάπι της μνήμης.
Έβαλα και ναφθαλίνη.
Να μην φθαρεί,
να μην γεμίσει τρύπες η κλωστή που κάποτε μας έδενε.
να μπορώ να ξεδιπλώνω με ΑΣΦΑΛΕΙΑ την ανάμνηση
χωρίς τις λαβωματιές του σκώρου χωρισμού.

Είθε να αποτελέσει η ποιητική συλλογή, την ανάγκη για αναζήτηση των σημαντικών στην κάθε σχέση μας. Να μην αναζητούμε ΜΟΝΟ και διακαώς τα ΌΛΑ, που είναι κι αμέτρητα κι άμετρα. Να αρκούμαστε στα μικρά που είναι τα πιο σημαντικά. Στην αξία την πολύτιμη κι ανεκτίμητη των στιγμών. Κι αν πονέσουμε, να είναι ολόκληρος ο πόνος για να μπορεί να δώσει ώθηση στην ίαση. Καλοτάξιδο Αντώνη.

Αλέξανδρος Τανασκίδης
Δημοσιογράφος Ερευνητής-Πρεσβευτής ανθρωπισμού ΟΗΕ

Αφήστε το σχόλιό σας