Ο Βασίλης Καλαμαράς μιλάει για την ποιητική συλλογή "Μπλε τετράδια" του Αλέξανδρου Ψαρρά

Πέμπτη, 14 Οκτωβρίου 2021

ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΚΑΛΑΜΑΡΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ "ΜΠΛΕ ΤΕΤΡΑΔΙΑ" ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΨΑΡΡΑ

 

 

  


Βασίλης Κ. Καλαμαράς
κριτικός βιβλίου/δημοσιογράφος

Όταν έχεις επιμεληθεί ένα βιβλίο, δεν γνωρίζω πόσο εύκολο είναι να μιλήσεις γι’ αυτό. Πρέπει να πάρεις τις πρέπουσες αποστάσεις, χωρίς όμως να το αντιμετωπίσεις με την ψυχρότητα ενός παρατηρητή. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, όσο επαγγελματικά κι αν αναγνώσεις ένα κείμενο, δεν παύεις να συμμετέχεις στα υπό διαμόρφωση συμφραζόμενα του ποιητικού βιβλίου εν προκειμένω.
Κι όταν ολοκληρώσεις την εργασία σου, πάντα συναισθάνεσαι ότι κάτι έμεινε ανολοκλήρωτο σε σχέση με τον δημιουργό και το δημιούργημά του. Δεν σας κρύβω ότι κάθε νέα έκδοση είναι για μένα μία νέα γέννα, που φέρει στον κόσμο ένα νεογνό. Κι ένα τέτοιο νεογνό είναι η ποιητική συλλογή του Αλέξανδρου Ψαρρά, «Μπλε παράθυρα».
Μπουσούλησε γρήγορα και ακόμη δεν έμαθε να περπατάει. Βρίσκεται εδώ μπροστά σας, τείνετε το χέρι σας, αγκαλιάστε το, υιοθετήστε το. Το βιβλίο αυτό μιλάει ακόμη με ηχολαλιές και μόνο όταν το ανοίξετε και σε κατανυκτική σιωπή το ξεφυλλίσετε, θ’ αρχίσει να αναπνέει την δική του ζωή, την ζωή του καθενός και της καθεμίας από εσάς. Ας αποπειραθούμε, λοιπόν, να εισέλθουμε στον κόσμο του Αλέξανδρου Ψαρρά, θέτοντας ορισμένα καθόλου ρητορικά ερωτήματα.
Τι γυρεύει ένας φυσικομαθηματικός στην περιοχή της ποίησης; Πώς ο ορθός λόγος των θετικών επιστημών ακυρώνεται από την λυρική παλινδρόμηση της λογοτεχνίας; Γιατί ο Αλέξανδρος Ψαρράς αλώνεται από την έξαρση του φανταστικού κι μπροστά της οι αριθμοί υποχωρούν; Τελοσπάντων τι συνεισφέρει στο θαυμαστό η ποιητική συλλογή «Μπλε τετράδια» στην τρίτη δεκαετία του 21ού αιώνα; Φαίνεται ότι δεν μπορούμε να ζούμε ως υπηρέτες του πρακτικού βίου, ακόμη κι αν μας εξασφαλίζει την κάλυψη τρεχουσών επιβιωτικών αναγκών.
«Τα ποιήματα», αυτοπαρουσιάζεται σε κείμενο που έχει τυπωθεί στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, «είναι αποτύπωση στιγμών, γεγονότων, ερεθισμάτων, προβληματισμών, αμφισβητήσεων, με τον ιδιαίτερο τρόπο που συγκροτούν τον ποιητικό λόγο του γράφοντα». Ο ποιητής ξαναγράφει τον βιωμένο τόπο και χρόνο και χωρίς να αφαιρεί τα πεπραγμένα, τα επανατοποθετεί επάνω στο χαρτί, κι ενώ αυτά σιωπούν, αυτός τους ξαναδίνει νέο νόημα. Με ποια έννοια;
Μηδενίζει την παροντική τους διάσταση, τα περνάει από την επαναλειτουργία της μνήμης, κι αφού τα αντιμετωπίσει ως «ξένα» τεκμήρια, τα θέτει σε επανεκκίνηση ως δρομοδείκτες μελλοντικής πορείας. Ναι, γιατί όλο το βιβλίο χωρίς να περιφράζεται από την αυτοβιογραφία, ωστόσο χρωστάει τα μέγιστα στο πρωτογενές καυτό βιωματικό υλικό, σ’ αυτό το ηφαιστειακό μάγμα, που πρέπει να απωλέσει τους υψηλούς βαθμούς πυρογέννησης μέχρι να βρεθεί η πορσελάνη του συντεταγμένου εσωτερικού ρυθμού.
Στην πρώτη ενότητα «Αυτοπροσδιορισμός» διαβάζουμε: «Συνήθως οι άνθρωποι/μιλούν για τα όνειρά τους./Απόψε θα αφήσω τα όνειρα/να μιλήσουν για τους ανθρώπους». Αυτό το τετράστιχο διατρέχει όλη την ποιητική συλλογή, διότι σ’ αυτό το σημείο εδραιώνεται η θέαση του πραγματικού από το φανταστικό, από το ονειρικό, το άυλο. Μα τι άλλο είναι η σύλληψη του σύμπαντος κόσμου παρά η ενόραση μέσω των μαθηματικών των συντεταγμένων που προκαλούν τις αρμονίες των μουσικών κλιμάκων;
Μόνο που ο Αλέξανδρος Ψαρράς προσγειώνει την μουσική στην μικροκλίμακα ή στον μικρόκοσμο του λαϊκού και του ρεμπέτικου τραγουδιού. Και το πιο πρόσφορο πεδίο είναι η «Θητεία» που είναι ο τίτλος της δεύτερης ενότητας. Εδώ, η μνήμη ως συλλογικότητα και η ανάμνηση ως ατομικότητα συναντώνται στο σημείο εκείνο, όπου αλληλοεπηρεάζονται και αλληλοεπιδρούν, παθητικά και ενεργητικά. Οι κορυφώσεις δημιουργούν κενά σιωπής, δηλαδή δημιουργικότητας κι ενώ το υποκείμενο φαίνεται ότι υποχωρεί μπροστά στην βιωμένη πραγματικότητα, καθότι το άγχος βαρύνει, εν τούτοις εξοπλίζεται με τις αντιστάσεις που δεν είναι παρά οι ονειρεμένες και ονειρεύουσες λέξεις, οι οποίοι σπινθηροβολούν εν μέσω του σκότους. Του σκότους που ανθηρώς επέρχεται μέσω του στίχου κι όταν ανθοφορεί δεν σημαίνει ότι ο μαρασμός δεν θα καθιδρυθεί.
Στα περισσότερα ποιήματα, η φύση ως εξανθρωπισμένη από τον πολιτισμό, παραμένει εν παρουσία, γιατί ο άνθρωπος δεν είναι μόνος πάνω στην γη: το περιβάλλον, όσο κι αν έχει καταστραφεί, παραμένει το στοιχείο εκείνο που εξακολουθεί να ενεργοποιεί το σώμα, έστω και με τις αλλαγές των εποχών. Στην ενότητα «Ο ποιητής αναζητά την Μούσα», όσο κι αν οι μούσες έχουν δραπετεύσει στα εναπομείναντα δάση που βρίσκονται ακόμη σκαρφαλωμένα σε ορεινούς όγκους παραδείσιας ακινησίας, ωστόσο παραμένουν ζωντανές όχι μόνο ως παρελθοντικές σκιές, αλλά και ως φωτεινές παρουσίες σε σημερινά γυναικεία πρόσωπα. ΄Αλλωστε η μυθολογία δεν τελείωσε στις απαρχές της ίδρυσης της πόλης-κράτους, αλλά εξακολουθεί να λειτουργεί ως αύρα που σαν τέτοια άπιαστη είναι, κι όμως παρούσα στα ίδια χώματα που κάποιοι που αυτοπροσδιορίστηκαν ως Έλληνες βρέθηκαν στην ανάγκη να μυθολογήσουν με θεούς, ημίθεους και ήρωες.
Δεν γνωρίζω, αν αυτά που σας εξέθεσα αναφορικά με τα «Μπλε παράθυρα» του Αλέξανδρου Ψαρρά, σας προκαταλαμβάνουν για το τι ακριβώς θα διαβάσετε. Η ακρίβεια στο νόημα, ακόμη κι η πιο σαφής, δεν χωράει στην ποίηση. Γιατί αυτή γνωρίζει να το διασαλεύει, να το καταστρέφει, να το κατακρημνίζει το νόημα κι αντί να το εξαφανίζει, το επιστρέφει αναγεννημένο στην πηγή της μουσικής άρθρωσης του λόγου. Εκεί, όπου είχε την αρχή τους ο λόγος, ο έναρθρος, αυτή η μεγάλη παγίδα της ρητορικής του πολέμου.

 

Αφήστε το σχόλιό σας