ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗΣ ΤΟΥ ΣΤΕΛΙΟΥ ΚΟΝΤΟΘΑΝΑΣΗ «ΑΠΑΝΤΕΣ ΑΠΟΝΤΕΣ»

Πέμπτη, 10 Οκτωβρίου 2024

«Άπαντες Απόντες» ο τίτλος που επέλεξε να δώσει σε αυτή τη δεύτερη συλλογή του ο ποιητής Στέλιος Κοντοθανάσης, ένας τίτλος ηχηρά μοναχικός αλλά και οικουμενικός θα έλεγα, αφού εξ’ ορισμού καθορίζει το πλαίσιο που ανέκαθεν κινούνταν τα βαθύτερα συναισθήματα και οι εσώτερες διαδρομές των χαρισματικών ανθρώπων. Γιατί όσοι έχουν την ευλογία να μπορούν να εκφράζονται μέσα από ήχους κραδασμικούς και λέξεις μεστές, είναι ίσως και οι τυχερούληδες της Ιστορίας, οι ευλογημένοι της γενιάς μας αλλά και κάθε επόμενης γενιάς! Έτσι, η διάφανη αλλά και αιχμηρή ποιητική γραφή του Στέλιου Κοντοθανάση προδιαθέτει εξ’ αρχής τον αποδέκτη της και προκαλεί άπαντες ημάς τους ζώντες και (παρόντες), να αναμετρηθούμε με γυμνές αλήθειες που λίγοι έχουμε το θάρρος να κοιτάξουμε στα μάτια σε μια ασφυχτική καθημερινότητα που καταπίνει κάθε συναίσθημα στα δευτερόλεπτα της και αναρωτιέμαι: Άραγε αυτός να είναι και ο λόγος που ο ποιητής δίνει τον συγκεκριμένο τίτλο σε αυτή την τόσο ιδιαίτερη ποιητική συλλογή του; Και το «ταξίδι» ξεκινά με το ποίημα, Επιστροφή:

 

(…)

Μάτια, χέρια ξεχασμένα

και χείλια κάποτε υγρά, αγαπημένα.

Ήχοι κι αγγίγματα από τόσα βράδια

που άφησα να χαθούν στα σκοτάδια.

 

(…)

Έκλεισες απότομα την πόρτα.

Προσπαθώ να θυμηθώ πώς προφέρεται η αγάπη.

(…) «Στις σιωπές που γέμισαν κύκλους σιωπής την ζωή μου» - λέει- στο αρχικό εσώφυλλο του βιβλίου του ο ποιητής. Άτιμο πράγμα οι σιωπέςκαι αφιερώνει αυτά τα 45 αισθαντικά ποιήματα του, σε προσωπικούς και συλλογικούς δρόμους υγρούς, που αφορούν ίσως τον καθένα μας!

(…)

Περπάτησα πλάϊ σου καθώς ανέβαινες στον Γολγοθά

σκυφτός και δακρυσμένος, από του ξύλου το βάρος. (…)

 

Άτιμο πράγμα όμως και οι «φωνές» (…) όταν «καράβια σαλπάρουν με ελπίδα μα οι πλώρες τους δεν δείχνουν μιαν Ιθάκη»…Προσωπικοί στοχασμοί από το ποίημα «Κράτησέ με» από την πρώτη συλλογή του Στέλιου Κοντοθανάση που κυκλοφόρησε το 1998 με τον τίτλο «Στιγμές σιωπής». Ποιητικό υλικό σχετικά πρόσφατα μελοποιημένο μαζί με τόσα άλλα όμορφα δικά του, από τον διαχρονικό φίλο του ποιητή και ταλαντούχο συνθέτη, Νίκο Γράβαρη.

 

(…)

Κράτησέ με όπως είμαι

με τις σκιές

που φτιάχνουν τα χέρια μου

στης κάμαρας τους τοίχους

και τον έρωτα που με ταξίδεψε

με τραγούδια δίχως ήχους (…)

Και από το 1998 επιστροφή στοσήμερα με τους «Άπαντες Άπόντες» παρόντες, σε «λιμάνια με ρίγη ερωτικά ή με καπνούς στην Σμύρνη, αίμα στο Κορδελιό και καμένα δέντρα στο Αϊβαλί» (…) Παρόντες, σεταξίδια «Απάτης» ή και αυταπάτης,που αφορούν όμως όλους μας:

 

(…)

Άκουσα τη φωνή σου, έστρεψα να δω.

Το σύννεφο που κατέβηκε δεν μ’ άφησε να καταλάβω

αν στο ξύλο καρφωμένος ήταν ο Νίκος, ο Κυριάκος ή εγώ…

 

Ποιητικές ξιφομαχίες σημαδεμένες από «ανακωχές» με άγνωστες μορφές που σχηματίζει με τη βροχή του ο Χρόνος πάνω στα θολά τζάμια της Μνήμης όταν «μουσικές και νότες αδιάφορες» κάνουν τη διαφορά ανάμεσα σε στιγμές μοναχικών αναδρομών και κραυγαλέων «θέλω»:

(…)  

Άφησα τις λέξεις να ξεφύγουν,

τις αγάπες να με προσπεράσουν,

σκιές να μ’ αγκαλιάσουν.

 

 

 

 

Όργωσαν τη ζωή μου οι νίκες

και μ’ έσπειραν οι ήττες.

Σοδειά, που δεν χόρτασε κανείς.

Τώρα ξέρω πια γιατί δεν έγινα ποιητής…

 

Ναόμως που ο Στέλιος Κοντοθανάσης πάντα ήταν ποιητής και μάλιστα με «Επόμενη επιλογή». Ένας ποιητής«Επί Ασπαλάθων» που οραματίζεται συνειδητά μεταθανάτιες τιμωρίες των αδίκων και δεν διστάζει να εκτεθεί σε «Κατηφόρες». Γι’ αυτό και όταν «ξημερώνει και τα δάκρυα στεγνώνουν έχει πάντα ως επόμενη επιλογή το χαμόγελο και μια θετική όψη απέναντι στην θολή φυγή»:

(…)«Σε τρομάζει που είμαι ακόμα εδώ / Γυρίζεις την πλάτη και χάνομαι στο φως» - αναφέρει στοχαστικά στο ποίημα του «Επισκέπτης» -και με τη δύναμη μιας ψυχής ποιητικής σπρώχνει τις λέξεις να αποτινάξουν κάθε βάρος ενοχικό, κάθε «Απάτη». Καιμόνο τότε το φως στο βάθος χαμογελά και δεν φοβάται»…

(…)

Προχωρώ, δεν φοβάμαι.

Φωνές, μουσικές

κρατούν τον ρυθμό στα βήματα μου.

Πλησιάζω,

το φως δυναμώνει.

Έφτασα.

Σβήνει, λιώνει…

Μουσικές χωρίς ήχο

και φωνές ειρωνικές…

Η ποίηση του Στέλιου Κοντοθανάση έχοντας ως κύριο γνώρισμα της μια ευαίσθητη υπαινικτική ευελιξία, κινείται αέρινα ανάμεσα σε μονοπάτια δύσβατα δικά του (ή και δικά μας), αλλά και σε βιώματα-παθήματα ηρώων μυθικών, όπως ο εξαπατημένος από τον χρησμό βασιλιάς «Αιγέας»,

ο οποίος είχε εξουσία μα και θλίψη βαθιά γιατί δεν μπορούσε να αποκτήσει ένα γιο!

Και καλοπιάνοντας τη Θεά Αφροδίτη με την ανέγερση ενός πρώτου ιερού, καταφέρνει να αποκτήσει από κάποια Αίθρα ένα γιο θρυλικό, τον Θησέα! Μα όταν είδε από το Σούνιο να φτάνει «το καράβι με τα μαύρα πανιά» και νομίζοντας πως ο γιος του είναι πια νεκρός, απελπισμένος ρίχνεται στη

 

 

 

 

θάλασσα και πνίγεται…Τραγική κατάληξη για ένα βασιλιά που πρόφτασε να τα αποκτήσει όλα, τραγική κατάληξη που αφορά σε κάθε ύπαρξη φθαρτή. Τι κι αν αργότερα ονόμασαν τη θάλασσα εκείνη, «Πέλαγος Αιγαίο»; Εκείνος είχε ήδη φύγει «φτωχότερος» και χωρίς κουράγιο, εκεί: στο ανέλπιδο μουράγιο…

(…)

Απ’ τον Αιγέα φτωχότερος σε κουράγιο,

στ’ αντίκρισμα των μαύρων πανιών

μονάχα αναστενάζω.

Όρθιος, στητός στον μώλο

αποχαιρετώ τις ομορφιές

που σέρνονται κοντά μου.

Το λευκό δεν ξεγελά πια ούτε τη ματιά μου.

Όσο κι αν κάνουμε οι κοινοί θνητοί εκκλήσεις στα Θεία ελπίζοντας στα πιο όμορφα που θά’ρθουν, η ζωή τα κάνει όλα τούμπα και τα φέρνει αλλιώς και μόνο όπως εκείνη θέλει:

 

(…)«Άσπρο κύμα με κουδούνια κατεβαίνει στην πλαγιά» -συνεχίζει λίγο πιο κάτω στο ποίημα του «Μετανάστης»ο δημιουργός και καταλήγει εμφατικά με έναν ρεαλισμό αφοπλιστικό:

 

(…) Τώρα μια φτηνή βαλίτσα πλάϊ στο πόδι.

       Μάτια καρφωμένα στις ράγες του μισεμού…

(…) Σκλάβος που πίστεψες πως θ’ ανέβεις τα σκαλιά.

 

Λέξεις συναισθηματικά φορτισμένες που τείνουν να περιγράψουν με θάρρος αξιοθαύμαστο, το πάθος του ποιητή για τον ένα και απόλυτο κοινό πόθο: την ανταπόκριση της ζωής σε κάθε κάλεσμα απόγνωσης! Την ανάγκη των ανθρώπων για αποδοχή και αγάπη σ’ αυτό το σύντομο και ηλιόλουστο «ταξίδι» που όλοι ονομάζουμε «ζωή». Την αγάπη που περιέχεται σύμφωνα με τον ποιητή, στην ψυχή μιας τρυφερής «πήλινης μάνας», ήδίνεται σαν «πίστωση σε λεηλατημένα κορμιά» (…)

Και ενώ εκ πρώτης όψεως οι «Άπαντες Απόντες» ξεγελούν με την εντύπωση μιας ποιητικής συλλογής κατ’ εξοχήν ερωτικής, αποκαλύπτονται στην πορεία με τη βαθύτερη ερωτική δύναμη ενός διευρυμένου θεματολογίου και την ουσία μιας γραφής ανθρωποκεντρικής: ποίηση τρυφερή και ενίοτε

 

 

 

 

 

αιχμηρή, που ανεπιτήδευτα υμνεί τη διαχρονική ανάγκη όλων μας, να θέλουμε να παραμείνουμε άνθρωποι με τις αισθήσεις μας «ζωντανές» στον Χρόνο! Άραγε «Ψευδαίσθηση»;

 

(…)

Η Ψευδαίσθηση προχωρά

αγκαλιά με την απάτη,

σαν κάποιες σκιές

που ήρθαν να παίξουν την αγάπη.

Σαν το αλογάκι

στην αυλή των Τρώων,

ενώ ο ήλιος φώτιζε

το αίμα των αθώων (…)

Μία άνω τελεία τώρα, με δύο αποσπάσματα από τα ποιήματα: «Τα αγάλματα» και «Παράσταση» και πάμε να παγώσουμε μαζί τον τιμητικό αυτό χρόνο που μου δόθηκε να μιλήσω για μια τόσο εύθραυστη και δυνατή ποιητική συλλογή και Στέλιο Κοντοθανάση σ’ ευχαριστώ για την τιμή!

 

(…)

Ξημερώματα

βρήκαμε τα αγάλματα σπασμένα.

Εκείνα,

που τις νύχτες στις ανάσες μας

κράτησαν ρυθμό. (…)

(…)

Σεργιάνι στη ζωή σου

ήταν το ταξίδι μου αυτό. (…)

Σκέψου μόνο πόσες φορές

αντίκρισες την ύπαρξη σου στη ματιά μου

και ποιος κλέβει την παράσταση σου (…)

 

 

 

 

 

Και σ’ αυτό το σημείο τελεία και παύλα στην περιήγηση μας, με το πολύ ιδιαίτερο και συγκλονιστικό ποίημα της συλλογήςμε τίτλο,«Το χιόνι». Και το χαρακτηρίζω «συγκλονιστικό»όχι μόνογια τη σπουδαία «ασπρόμαυρη εικόνα» που περιέχει αλλά γατί χωρίς υπερβολή, όταν το πρωτοδιάβασα αισθάνθηκα παγιδευμένη σαν σε κάποιο ποιητικό πλάνο του Ρώσου σκηνοθέτη Andrei Tarkovsky!

Ξεχωριστό και αγαπημένο γιατί όλα όσα κινούνται στο «Χιόνι» του Στέλιου Κοντοθανάση με άγγιξαν βαθιά χωρίς να ξέρω το γιατί! (Μα αυτή δεν είναι άλλωστε και η δύναμη της Τέχνης);

 

(…)

Ούτε τα χνάρια σου

δεν έμειναν στο χιόνι.

Μόλις πέρασες,

χιόνισε ξανά.

Κανείς δεν μπορεί

να σ’ ακολουθήσει.

Κοιτώ πίσω μου,

βλέπω να πέφτει πάλι.

Ίδια μοίρα.

Δεν ξεχωρίζω πια μορφές.

Λευκή λιτανεία

στην ανυπαρξία και στη λήθη…

 

Κινηματογραφικά πλάνα δίχως πλάνη όσα περιέχονται σ’ αυτή την τόσο αξιόλογη ποιητική συλλογή και γι’ αυτό εύχομαι από καρδιάς, καλοτάξιδοι να είναι οι «Άπαντες Απόντες» του Στέλιου Κοντοθανάση και πραγματικά τυχεροί, όσοι θα τους συναντήσουν!

 

Ευχαριστώ πολύ για την ευγενική προσοχή σας!

ΕΙ.Χ.

Αφήστε το σχόλιό σας