«e-ερωμένη του Σέρφερ» , της Ξένιας Πολίτη - Εισήγηση του Βασίλη Καλαμαρά

Παρασκευή, 29 Οκτωβρίου 2021

«e-ερωμένη του Σέρφερ» , της Ξένιας Πολίτη

 

Του ΒΑΣΙΛΗ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Δημοσιογράφος/κριτικός βιβλίου/συγγραφέας

Έχουμε μπροστά μας ένα κείμενο αδιαμόρφωτο ως αποτέλεσμα και ως πρόθεση. Ένα υβριδικό, ένα παστίς, ένα διακειμενικό κυμάτισμα χωρίς ενδελέχεια, καθόλα μετέωρο, ιπτάμενο, εμβυθές, ανάερο, αστόλιστο, που οδηγείται στο μη λεκτέον, ενώ συγκροτείται προς στιγμήν στο άλεκτον. Είναι ένα ομιλούν συμπίλημα, στην προφορικότητα κερδίζει την αμεσότητά του και στην διακειμενικότητά του κατατρύχεται από σκεπτότητα.

Βουτηγμένο στο αρχιπέλαγος και στον ωκεανό των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, με εργαλείο τον ηλεκτρονικό υπολογιστή, η Ξένια Πολίτη στο κειμενογράφημα, με υποστηρικτικά αλλότρια της γραφής στοιχεία, συγγράφει, συνενώνει, συναρμολογεί, συναρμόζει, συναρθρώνει το διαλογικό έργο της «e-ερωμένη του σέρφερ».


Επιστολογραφεί σ’ ένα κόσμο ρευστό, υπό την σκιά της κυρίαρχης ιδεολογίας, αλλά και κάθε ιδεολογίας, ως αποθρησκεύουσα της πίστης, αφού όλα έχουν μετατραπεί σε μνημεία, μαυσωλεία και μουσεία του έναρθρου λόγου. Μεταξύ ομιλίας ως επικοινωνιακού εργαλείου, μολυσμένου από τον ιό του κοινότοπου, και του συντεταγμένου λόγου που έχει αλλοτριωθεί από την χρηστικότητα, καθώς είναι παραδομένος στα αρκούντως απαραίτητα συμφραζόμενα προς διαμόρφωση συνείδησης υπηκόου, εισέρχεται κι εξέρχεται, αν και γνωρίζει ότι οι θύρες έχουν ανοιχτεί αυτοσηπόμενες.


Γράφει στην ελληνική γλώσσα, που μόνο με ορισμένες εξαιρέσεις, δεν έχει αντιμετωπίσει την πρόκληση της οντολογικής της εγρήγορσης, δεν έχει επιστρέψει στα εξ ων συνετέθη, δεν έχει μεταμορφωθεί σ’ ένα ακατάληπτο πεδίο ηχολαλιών. Ωστόσο, το νόημα, που στο δυτικό κοσμοείδωλο, διχάζεται από μανιχαϊστικές λύσεις, τύπου άσπρο-μαύρο, διχογνωμεί, ερίζει, νομικίζει, θεσμοθετεί, δικάζει κι αποδικάζει.


Με την έλευση των νέων τεχνολογιών, να βουΐζουν από μακριά, εξ αποστάσεως, ο χώρος ως οριοθετημένο συμβάν, με αρχή, μέση και τέλος, η οριζόντια δομή, καθώς περπατάμε από ένα σημείο στο άλλο, έχει απωλεσθεί, δεν είναι πλέον γραμμικός, έχουν εγκαθιδρυθεί σχέσεις μεταξύ παρατηρητών, κλεισμένος ο καθένας στο προσωπικό του άυλο πύργο. Άπαντα έχουν αποδομηθεί: η αντίληψη, η αίσθηση, η θέληση, η πράξη.


Ο κόσμος, που γνωρίζαμε έως τώρα, ως κάτι στερεό και ένυλο, δεν είναι πλέον παρά ένα σμήνος από σωματίδια που περιδινούνται με τυχαίο τρόπο. Αν δεν χάλαγαν τα μηχανήματα, τότε ίσως να είχαμε ανακαλύψει την πανάκεια του αλάνθαστου της επιστήμης, όμως κι αυτή μαθαίνει από τα παθήματα της, όπως η ιατρική από το νοσούν σώμα. Τι θέλω να υποστηρίξω μ’ όλα αυτά , που εκφέρονται σαν μαγγανείες σ’ έναν άγνωστο θεό, που όμως λειτουργούν και ως σήματα πλοήγησης στον αποικισμένο από επικυρίαρχους ψηφιακό κόσμο;


Ότι η Ξένια Πολίτη παλινδρομεί μέσω της γραφής, χτίζοντας ένα κείμενο με το σύμπαν της διασύνδεσης, το οποίο γνωρίζει ότι είναι οριακό, όπως άλλωστε και η ίδια η γλώσσα, που περισσότερα κρύπτει, παρά φανερώνει. Η οποία, όταν αρχίσει να αρθρώνει λόγο, μόνο μέσα στην σιωπή, θ’ αντηχήσει ο αποδογματισμός της φυλακής των λέξεων. Και τι πράττει; Αυτό ακριβώς έχει επιλέξει: να πράξει εντός του λόγου ως ιερόσυλη των εννοιών, η οποία αποπειράται να ξαναδώσει κίνηση στην επικοινωνία, που έχει κολλήσει μέσα στα λασπόνερα της ασυνενοησίας, όπως όχημα βαρύ στις λάσπες. Έχει βρέξει αιώνες εννοημάτωσης των κοινωνιών, μόνο που αυτή η βροχή δεν είναι ποτιστική και ευεργετική, γιατί εξουσιάζει, μετατρέποντας και τα πιο γόνιμα χωράφια σε λασποτόπια γκογκολικών νεκρών ψυχών.


Με όχημα της την γλώσσα, επανέρχομαι, σ’ αυτό το ρευστό όργανο, ναρκοθετεί την λογική των επιχειρήσεων και των επιχειρημάτων, -αυτά τα δύο πάνε μαζί-, και διεμβολίζει τους παγετώνες της συνείδησης, με διακειμενικές δοκιμαστικές παγοθραυστικές επινοήσεις. Το εγχείρημά της δεν είναι καινοφανές, είναι όμως πρωτογενές, και η συνέχεια του θα δείξει και θα αποδείξει, αν είναι πρωτότυπο. Η πρωτοτυπία του, έστω κι αν υποθέσουμε ότι βρίσκεται σ’ εμβρυακή μορφή, συνίσταται στο γεγονός ότι επιλέγει στην μητρική γλώσσα να καταστρέψει το νόημα και να ξαναδώσει νόημα στην ζωή, όχι όμως τιμωρητικά και εκδικητικά, αλλά όπως πηδάς ένα εμπόδιο με πιο χορευτικό τρόπο.


Οι λέξεις της, λοιπόν, χορεύουν σ’ ένα μπαλέτο οικείωσης, εκφραστικό και χειρονομιακό, αλλά που προσελκύει την βουβή σαν κλάμα παρουσία που εκτονώθηκε σε συναισθηματικές αντιδράσεις. Και δεν είναι τυχαίο ότι η συνομιλία δεν επισυμβαίνει στο ανοιχτό πεδίο των ζωντανών συζητήσεων, αλλά έχει κρυφτεί πίσω από τα προσωπεία, μηνύματα ανυπόγραφα και συνάμα με υπογραφή, όπως τα μπιλιέτα μιάς άλλης εποχής, που δεν είχε αποδεσμευθεί από ειδύλλια που επικροτούν τον έρωτα ως την δικαίωση της αυτοκτονίας, καθώς αποστέλλει σήματα αιωνιότητας στον αθανάτου μνήμη έρωτα.


Ο ακαδημαϊκός Μπερνάρ Λε Μποβιέ Ντε Φοντενέλ (1657-1757) και η συγγραφέας Κολέτ (1873-1954), δύο προσωπεία, δύο μάσκες που φοράει η συγγραφέας, γιατί ο δόλος και η αποπλάνηση στην πολυφημική σπηλιά, δεν παρέμεινε ένα μυθολόγημα της οδυσσεϊκής ομηρικής μυθολασίας, παλιννοστεί όμως ως παρωδιακό έκτυπο, ως καρτουνίστικη ζωφόρος, ως ταμπλό βιβάν του σύγχρονου βίου. Το εγχείρημα της Ξένιας Πολίτη είναι εγκιβωτισμένο στο φέρετρο μιάς δυσπλασματικής και νοσούσας πραγματικής πραγματικότητας, που έχει δεχθεί τις πρώτες φτυαριές χώματος αυτό πτώμα εν ζωή.


Η Ξένια Πολίτη, αυτό το πτώμα, θέλει να αναστήσει. Και πηγαίνει στο σκοτάδι της γραφής, γιατί από εκεί θα έρθει ο πεφωτισμένος Λόγος, σ’ αυτή την κάθοδο στον Άδη, σ’ αυτή την μοντέρνα Νέκυια. Στα τάρταρα της γιγαντομαχίας και της τιτανομαχίας, σ’ αυτή την σύναξη της επίκρουσης του μοιραίου, κατεβάζει ως αμύντορες τους υφολογικούς θεούς αντιμάχους, αφού το ύφος, το στιλ, το χάιδεμα τής γλώσσας πέρα από αυτό που εννοεί, μετατοπίζεται στον τρόπο που λέγεται κάτι, σ’ αυτό το έσχατο καταφύγιο, σ’ αυτή την δραστική καταφυγή που εγκολπώνεται την απουσία, όχι για να σταθεί ενάντια της, γιατί τα πράγματα είναι παρόντα, ούτε υποκείμενα, ούτε αντικείμενα, τα περιγράμματα τους, με το μέγεθος και τον όγκο τους. Ενώ ο άνθρωπος μπροστά τους, από θεατής, γίνεται θέαμα εν εαυτώ, με δραματουργό, σκηνοθέτη, σκηνογράφο και μουσουργό και πρωταγωνιστή αυτόν το ίδιο. Η σκηνή ανεβαίνει με γερανό υπεράνω της κεφαλής του και κατ’ αυτήν την άνοδο, δεν ξεχωρίζουν η γη κι ο ουρανός, ο μακρόκοσμος κι ο μικρόκοσμος.

 

Αφήστε το σχόλιό σας