RSS

Νέα

Σήμερα, στους Θεματοφύλακες Λόγω Τεχνών, φιλοξενούμε τη φιλόλογο και συγγραφέα Δήμητρα Μαρκοπούλου, με αφορμή την κυκλοφορία του βιβλίου της «Καραντί ξηράς» από τις Εκδόσεις Άπαρσις.
Πρόκειται για τριάντα μικροδιηγήματα-μικροαφηγήσεις που αναφέρονται στην πρώτη καραντίνα που μας επιβλήθηκε εξαιτίας της πανδημίας. Η συγγραφέας, μέσα από τα διηγήματά της, παρουσιάζει οικείες εικόνες σε όλους μας από τις πρωτόγνωρες καταστάσεις που βιώσαμε πριν έναν χρόνο περίπου και συνεχίζουμε να βιώνουμε. Δεν πρόκειται για διηγήματα κανονικής ή μεγάλης έκτασης. Μέσα, όμως, από τις σύντομες αυτές αλλά ουσιαστικές αφηγήσεις, ο αναγνώστης έρχεται αντιμέτωπος με τον ίδιο του τον εαυτό. Του ξυπνούν μνήμες από το πρόσφατο παρελθόν και όσα βίωσε εκείνες τις μέρες του εγκλεισμού του. «Να προστατεύσουμε τους ευπαθείς!» έλεγαν και ξανάλεγαν οι λοιμωξιολόγοι. Και έτσι ξαφνικά χώρισαν την κοινωνία σε ευπαθείς και απαθείς. Οι απαθείς ήταν άτρωτοι, γιατί είχαν πετύχει τη συναισθηματική αποστασιοποίηση πολύ πριν κορονοϊού και αδιαφορούσαν τόσο για τον ιό όσο και για τους ευπαθείς. Κάθε παράγραφος μεστή και ουσιαστική. Τίποτα περιττό στην αφήγηση. Λόγος λιτός, απλός, αλλά όχι απλοϊκός. Προκαλεί τον αναγνώστη να σκεφτεί, να κοιτάξει κατάματα τον εαυτό του, να σκάψει βαθιά στην ψυχή του και να αναμετρηθεί με τα συναισθήματά του. Συναισθήματα που βγήκαν στην επιφάνεια από τον εγκλεισμό ή με αφορμή τον εγκλεισμό. Τα διηγήματα αναφέρονται στη μοναξιά, σε ανεκπλήρωτους έρωτες, στην απουσία και αδιαφορία της Πολιτείας, στην ανεργία, στη συζυγική συγκατοίκηση, στη ζωή που ξοδεύεται, χάνεται, χωρίς να γίνεται αντιληπτή.
Μία σημαντική συμβολή - για τα Ελληνικά γράμματα και πράγματα - στη Φιλοσοφία της Γλώσσας αποτελεί η πρόσφατη μελέτη του δασκάλου Χρήστου Ποζίδη, την οποία καταθέτει στη σχετικά μικρή βιβλιογραφία επί του θέματος με το βιβλίο του «Γλωσσικό Αντάρτικο» (εκδόσεις Άπαρσις: 2020, σσ. 103).
Συνήθως τα ποιήματα στέκουν μόνα τους, σαν δοκιμές αυτόνομες παρουσίασης της ζωής μέσα από τα μάτια ενός ανθρώπου. Στη συλλογή αυτή τα ποιήματα συμπληρώνουν έναν καμβά, μια πορεία, δύο ανθρώπους, τελικά έναν. Συνειρμοί ως απόσταγμα ταξιδιών, στιγμών τρυφερών, μοναξιάς ανελέητης που ονειροβατούν και γκρεμίζονται σε δάπεδο σκληρό, ώστε να γίνουν λέξεις. Κάθε ποίημα εισβάλει στον προσωπικό σου χώρο, πατάει σε εμπειρίες που πιθανόν έχουμε ζήσει και αυτό είναι ιδιαίτερο, καθώς ενώ τα πρόσωπα είναι άγνωστα μπορείς να δεις τον άνθρωπο σου να σκιαγραφείται. Άλλωστε, υπήρχε προειδοποίηση εξαρχής, σε αυτό το ταξίδι είσαι απροστάτευτος, θα ζήσεις ριψοκίνδυνα ή θα τσακιστείς.