RSS

Νέα

Στη σημερινή παρουσίαση του βιβλίου «Σταγόνες Μνήμης» του αγαπητού μου φίλου Χρήστου Τρικαλινού προσθέτω κι εγώ την πινελιά μου εστιάζοντας το θέμα μου σε «Σταγόνες», που φέρνουν μνήμες παιδικών -μαθητικών χρόνων του Χρήστου στον Αλμυρό. Ήμουν κι εγώ ανάμεσα στους ρέκτες των σποραδικών προσωπικών ιστοριών της ζωής του, που ανέβαζε ο Χρήστος στο διαδύκτιο, και εξέφραζα διακριτικά την επιθυμία μου να τις δω κάποτε στο σύνολο συγκροτημένες σε βιβλίο. Ήξερα όμως πως ένα τέτοιο διάβημα ήθελε τον χρόνο του! Βασανίζεται ο συγγραφέας, όταν πρόκειται να εκθέσει δίχως μυθοπλαστική κάλυψη προσωπικά βιώματα, που έχουν επιδράσει έντονα στο θυμικό του. Με ένα «ούπω καιρός» όμως εγώ αισιοδοξούσα πως αργά γρήγορα θα έπαιρνα στα χέρια μου το βιβλίο δώρο, όπως το χαρακτήριζα. Είχα τους προσωπικούς μου λόγους για τον συγκεκριμένο χαρακτηρισμό. Οι ιστορίες του Χρήστου, που αφορούσαν στα χρόνια της ζωής του στον Αλμυρό, ξυπνούσαν και τη δική μου μνήμη. Με τον Χρήστο είμαστε δεμένοι με τα δεσμά της κοινής τοπικής καταγωγής και της κοινής χρονικής περιόδου ζωής. Είμαστε και οι δυο Αλμυριωτάκια και συνομήλικα με ελάχιστη χρονική απόκλιση. Τα παιδικά, μαθητικά χρόνια της ζωής του Χρήστου στον Αλμυρό έχουν κοινούς δεσμούς με τα δικά μου. Ο κοινωνικός και εκπαιδευτικός αντίκτυπος στην καθημερινότητά μας ήταν κοινός παρ’ όλη τη διαφορά του φύλου. Γνωριζόμαστε από παιδιά, αλλά δε θυμάμαι να αποτολμήσαμε ποτέ έναν υποτυπώδη χαιρετισμό, πόσο μάλλον μια φιλική επαφή στη στενόμυαλη κοινωνία της εποχής μας. Όταν τον περασμένο Αύγουστο μού έστειλε το νέο του βιβλίο, μόλις διάβασα τον τίτλο «Σταγόνες Μνήμης», κατάλαβα πως επρόκειτο για το αναμενόμενο βιβλίο δώρο. Το ρούφηξα στην κυριολεξία εντρυφώντας στα γεγονότα και απολαμβάνοντας το ύφος γραφής, το εναρμονισμένο προς το θέμα αναφοράς, στην ταχύτητα εξέλιξής του, στον επιταχυνόμενο ρυθμό αγωνίας του αναγνώστη και στην έγκαιρη κάθαρση, συναισθηματική του αποφόρτιση. Διαπίστωσα πως οι «Σταγόνες Μνήμης» προϊούσης της ανάγνωσης δε βιώνονται ως σταγόνες, γιατί σαν καταρράκτες ωθούν δυναμικά τον αναγνώστη να ανατρέξει στην ιστορία και στα ιστορικά γεγονότα, που στιγμάτισαν κοινωνικές συμπεριφορές, οικογενειακές διαδρομές, αναγκαστικές ατομικές επιλογές. Το ενδιαφέρον του βιβλίου ξεπερνά τις τοπικές κοινωνίες γίνεται πανελλήνιο. Από το πρώτο κεφάλαιο, «Το Νησί», ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται σαφώς πως η ζωή του Χρήστου θα εξελιχθεί σε πολυκύμαντη. Βλέπει πως από τη νηπιακή κιόλας ηλικία αποχωρίζεται τους γονείς του, οι οποίοι διώκονται για την αντιστασιακή τους δράση και τις κομμουνιστικές τους πεποιθήσεις. Η γιαγιά και δυο θείες αναλαμβάνουν την κηδεμονία του, την κάλυψη των αναγκών, τη διαπαιδαγώγηση και μόρφωσή του. Ο δημοκρατικός κόσμος του Αλμυρού σεβόταν και θαύμαζε κρυφά-φανερά αυτές τις γυναίκες. Οι θείες δεν παντρεύτηκαν, δεν είχαν προσωπική ζωή, τάχθηκαν στον αγώνα να μορφώσουν τον Χρήστο και να του μεταλαμπαδεύσουν το ψυχικό σθένος των γονιών του για αγώνες για το δίκαιο των λαών. Ο Χρήστος γνώρισε τη φωνή της μητέρας του στα 18, και τον πατέρα νωρίτερα έγκλειστο σε φυλακή.
Oι εκδόσεις Άπαρσις συμμετέχουν στη 18η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης (ΔΕΒΘ) που θα πραγματοποιηθεί από τις 25 έως τις 28 Νοεμβρίου 2021 στο Διεθνές Εκθεσιακό και Συνεδριακό Κέντρο Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ-HELEXPO). Θα σας περιμένουμε να σας γνωρίσουμε και από κοντά στο Περίπτερο Π13-080Β, με πολλές νέες κυκλοφορίες, προσφορές σε παλαιότερους τίτλους και τους αγαπημένους μας συγγραφείς για όμορφες συζητήσεις και υπογραφές αντιτύπων.
Μια εκ των προτέρων, απάντηση Φαντάζομαι πως το τί με οδήγησε στη συγγραφή ενός τέτοιου ολίγον περίεργου βιβλίου σύγχρονης λογοτεχνικής επιστολογραφίας, θα ήταν μία δύσκολη ερώτηση που θα 'πρεπε ν' απαντηθεί, μια που δεν έχω κάτι άλλο να κομίσω παρά μονάχα, το ίδιο μου το πόνημα, αυτό το έργο. Θ' απαντούσα: Η μετατόπιση (για να μην πω... μετουσίωση και φαντάζει θλιβερό), των ανθρώπινων συναναστροφών, από τους ζωτικούς χώρους των μουσικών στεκιών, των μικρό-μπαρ, και και των πολιτιστικών καφέ της δεκαετίας του '90 και του 2000 που έζησε η γενιά μου (δηλ.των ανθρώπων που είναι από 45-55 χρονών σήμερα) στον «χάοσμο» του Κυβερνοχώρου, όπου από το 2005 και μετά, οι εφαρμογές του facebook και των διαφόρων σάιτς γνωριμιών, άρχισαν να κάνουν δειλά- δειλά την εμφάνισή τους στο «κοινωνικό» μας στερέωμα. Στα στέκια αυτά, είχες τη δυνατότητα να κάνεις τις φιλικές, επαγγελματικές ή κι ερωτικές σου συναντήσεις, ακόμα κι αν ο άνθρωπος που έβλεπες απέναντί σου (με σάρκα και οστά), ήταν ένας μόνος, άγνωστος κι άσχετος, από την υπόλοιπη παρέα, τύπος. Πάνω σ' ένα τραγούδι, ή σ' ένα ποτό θα μπορούσες να του πεις την ιστορία της ζωής σου ή να σου πει άνετα τον καημό του κι αίφνης, να τον αισθανθείς πολύ οικείο. Μέσα στην παρέα του τότε καιρού, θυμάμαι πώς κοροϊδεύαμε έναν φίλο, όταν κάποια στιγμή, μας εξομολογήθηκε πως ψάχνει ερωτική σύντροφο μέσω ίντερνετ. Ήταν για μας, κάτι σοκαριστικό, κάτι αδιανόητο, ειδικότερα δε, όταν η γνωριμία αυτή ευδοκίμησε και μας έστειλε προσκλητήρια γάμου... Και φτάσαμε στο σήμερα λοιπόν, όπου αυτός ο τρόπος, γίνεται όχι απλώς συνηθισμένος αλλά σχεδόν ο επιβεβλημένος τρόπος γνωριμίας. Ο πρώτος λόγος λοιπόν για τη συγγραφή ήταν η διερεύνηση αυτής της μετατόπισης.
"Η Ανυπότακτη Ιστορία", ως τίτλος βιβλίου, γίνεται σημαιοφόρα κραυγή, που ενώνει μεν αντιλήψεις του χτες, αλλά εδραιώνει, ως συλλογική μνήμη, την αξιόπρεπη συνέχεια της ζωής. Ανυπότακτες στιγμές αλλοτρίωσης, είναι οι πολλαπλές εμπειρικές γεύσεις της δημιουργού, που ενσωματώνονται σήμερα στον οιονδήποτε αναγνώστη, που συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση της πλουροφόρας κληρονομιάς μας και πρακτικής.